Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2009

Εχει Μανιάτικη Καταγωγή ο Ναπολέων;?

Έχει Μανιάτικη Καταγωγή ο Ναπολέων ;?
Γράφει ο Αχιλ. Σ. Ξανθουλέας
http://axilxanthouleas.blogspot.com
(1ο από 2)
Τα όσα ιστορούνται στο παρόν συνιστούν σύνθεση μεγάλου αριθμού πηγών (Γαλλικών, Ιταλικών, Αγγλικών, Ελληνικών) ιστορικής οντότητας κλασικής και ηλεκτρονικής μορφής, με την σαφή επισήμανση πως ιστορική βεβαιότητα θα μπορούσε να έχει κάποιος για γεγονότα των οποίων υπήρξε αυτόπτης μάρτυς, παρότι ακόμη και σε αυτή την περίπτωση εμφιλοχωρεί κάποια αβεβαιότητα. Οι ιστορικές πηγές κατά κανόνα είναι προϊόν γνώσης εκ γνώσεως ετέρου, συχνάκις και εξ ετέρου, κλπ, ενέχουν δε στοιχεία ιστορικότητας με τη γνήσια έννοια, αλλά και ιστόρηση λαϊκής παράδοσης, καθώς και αναπόφευκτη μυθοπλασία. Ο κατά περίπτωση επιχειρών ιστορική σύνθεση αντλώντας υλικό από πηγές, καλόν είναι να μην εκφράζει τη γνώμη του ή τις προτιμήσεις του, αλλά στεγνά και αμερόληπτα να ιστορεί. Θεμελιώδες συστατικό ιστορικού πονήματός πρέπει να είναι η παράθεση χρονολογιών, ονομασιών (προσώπων και χώρων) και πηγών, άλλως το πόνημα συνιστά παραμύθι του τύπου «μια φορά κι’ ένα καιρό ήταν κάποιος κάπου κάποτε».
Ο Ναπολέων γεννήθηκε το 1769 στο Αιάκειο (Ajaccio - Αγιάτσο) τής Κορσικής. Τον 15αύγουστο η μητέρα του γύριζε απ’ την εκκλησία και την έπιασαν οι πόνοι στο δρόμο. Γέννησε σε μίαν άμαξα, την οποία ετοίμασαν πρόχειρα και την σκέπασαν με ταπετσαρία διάστικτη από παραστάσεις της Ιλιάδος. Τρεις μήνες πριν, η Κορσική είχε επίσημα γίνει Γαλλική επαρχία, η ιδιοκτήτρια Γένοβα την είχε πουλήσει στη Γαλλία. Γεννήθηκε συνεπώς Γάλλος υπήκοος. Γονείς του ήταν o Κάρλο ντι Μπουοναπάρτε (Carlo di Buonaparte) και η Λετίτσια Μαρία Ραμολίνο (Letizia Maria Ramolino). Είχαν και οι δύο χαμηλόβαθμο τίτλο ευγενείας. Το «ντι» στο όνομα δηλώνει τίτλο ευγενείας. Έκαμαν δεκατρία παιδιά. Πέραν της παιδικής ηλικίας έζησαν οκτώ. Την επομένη της γέννησής του, γιόρταζαν στην Κορσική τον Άγιο Ναπολέοντα (Σάντο Ναπολεόνε - Santo Napoleone), τον βάφτισαν και του έδωσαν αυτό τo όνομα.
Από παιδί δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός, όλοι όμως αναγνώριζαν την ανωτερότητά του. Η αξιοσύνη προκαλεί φθόνο. Τα προικισμένα άτομα είναι καταδικασμένα να νοιώσουν τη μοναξιά. Απόμακρος, σιωπηλός, μελαγχολικός, ευερέθιστος, χλωμός, αδύνατος, αρνητικός στους περιορισμούς, σκληρός, δεχόταν τις τιμωρίες χωρίς διαμαρτυρία, ποτέ δεν άρθρωσε ούτε λέξη συγγνώμης. Δεν ενδιαφερόταν για παρέες και για παιδικά παιχνίδια. Η αγαπημένη του ενασχόληση ήταν οι φανταστικές μάχες, στις οποίες κατατρόπωνε τον εχθρό με οβίδες-πορτοκάλια. Δεν είχε φυσιολογική παιδική ηλικία. Το όνομα Ναπολεόνε στην Κορσική το πρόφεραν σε διάλεκτο Ναμπουλιόνε (Nabulione). Η μητέρα του, της οποίας η επίδραση στον χαρακτήρα τού γιού της ήταν σημαντική, παραφράζοντας τον φώναζε Ραμπουλιόνε (Rabulione), δηλ. ανακατωσούρα.
Αρχικά μισούσε τους Γάλλους που πήραν την πατρίδα του, έλεγε πως γεννήθηκε όταν η Κορσική πέθαινε. Δέκα ετών έγινε δεκτός στη Σχολή Ευελπίδων της πόλης Μπριέν λε Σατώ (Brienne le Château), στην βορειοκεντρική Γαλλία, λόγω τίτλου ευγενείας, αλλά και με κάποια μεσολάβηση του γάλλου διοικητή της Κορσικής. Πριν πάει είχε παρακολουθήσει μαθήματα γαλλικής, ποτέ όμως δεν έμαθε καλά γαλλικά, η προφορά του παρέμεινε βαριά Κορσικανή. Οι συμμαθητές του, γόνοι Γάλλων πλουσίων ευγενών, αντιμετώπιζαν με υπεροψία τον φτωχό μικροευγενή. Τον πείραζαν γιά τα γαλλικά του και για την ανέχεια του, αυτός αντιδρούσε με καυγάδες και εσωστρέφεια, και κλεινόταν στα βιβλία του. Γρήγορα όμως κέρδισε την αναγνώριση και τών συμμαθητών και τών καθηγητών. Η ευφυΐα του, η γενναιότητά του, η γενναιοδωρία του, δεν άφηναν περιθώρια. Προτιμούσε να πάει φυλακή, παρά να καρφώσει συμμαθητές του.
Με πρόταση τών καθηγητών πήγε και στην Ανώτερη Στρατιωτική Σχολή στο Παρίσι, όπου σ’ ένα έτος ολοκλήρωσε το 2ετές πρόγραμμα. Στα 16του ήταν ανθυπολοχαγός πυροβολικού. Αρχικά προτιμούσε το ναυτικό, ίσως όμως το πυροβολικό να ήταν το μόνο που μπορούσε να αναδείξει την ευφυϊα του, σε αντιστάθμισμα τής έλλειψης εξωτερικών προσόντων. Οι καθηγητές τον χαρακτήρισαν καλό γνώστη τών μαθηματικών, τής ιστορίας, τής γεωγραφίας, και τών αφηρημένων επιστημών, αλλά αδιάφορο για τα υπόλοιπα μαθήματα. Ένας απ’ τους εξεταστές του ήταν ο σπουδαίος μαθηματικός Λαπλάς, τον οποίον διόρισε αργότερα ως μέλος τής Γερουσίας. Ο πατέρας του δεν πρόλαβε να τον δει αξιωματικό, είχε πεθάνει επτά μήνες νωρίτερα, είχε αφήσει μία πολυμελή φτωχή οικογένεια.
Η γαλλική επανάσταση τον βρήκε υπολοχαγό. Καιροσκοπικά τάσσεται με τους ριζοσπάστες αριστερούς, τους Ιακωβίνους. Στην μητέρα του έγραψε πως απ’ τη στιγμή που είσαι υποχρεωμένος να διαλέξεις πλευρά, διάλεξε τους δυνατούς, κι’ ας καταστρέφουν, κι’ ας καίνε, κι’ ας ερημώνουν, καλύτερα να τους φας, παρά να σε φάνε. Έτσι σκεπτόταν.
Από το 1815 που έχασε το Βατερλώ και παραδόθηκε στους Άγγλους, τους πιό άσπονδους εχθρούς του, και μέχρι το θάνατό του, τον Μάιο 1821 (λίγο μετά την έναρξη τής Ελληνικής Επανάστασης), τα τελευταία αυτά έξι χρόνια της ζωής του, τα έζησε μέσα σ’ ένα στάβλο, επισκευασμένο πρόχειρα γιά κατοικία απ’ τους Άγγλους, που το έκαμαν επίτηδες για να τον μειώσουν. Tον είχαν άχτι, γιατί τους είχε αρκετές φορές ευτελίσει. Ο στάβλος βρισκόταν πάνω στο πιο γυμνό και πιο άγονο νησί του νότιου Ατλαντικού, την Αγία Ελένη. Πέθανε από καρκίνο του στομάχου, 52 χρονών.
Γιά το ύψος του έχει επικρατήσει η γνώμη πως ήταν πολύ κοντός, σχεδόν νάνος. Δεν είναι αλήθεια. Οι Άγγλοι τον μέτρησαν όταν πέθανε. Δεν είχαν κανένα λόγο να πουν κάτι το κολακευτικό γι’ αυτόν. Τον βρήκαν 5’ και 6”, γύρω στο 1,68. Επειδή όμως περιστοιχιζόταν πάντα από πανύψηλους θηριώδεις γρεναδιέρους τής αυτοκρατορικής φρουράς, η σύγκριση υπήρξε καταλυτική και τότε και στην ύστερη φημολογία. Οι γρεναδιέροι ήταν ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να πεθάνουν για τον Ναπολέοντα με σημαία το λάβαρο των αετών και με την κραυγή «Vive l’ Εmpereur», Ζήτω ο Αυτοκράτωρ.
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές σχετικά με την καταγωγή τού Ναπολέοντα, όλες όμως έχουν ασάφειες, λιγότερο ή περισσότερο έντονες. Ορισμένοι συγγραφείς διατείνονται (με επιχειρήματα μάλλον πειστικά) πως όταν έγινε αυτοκράτορας φρόντισε να αλλοιώσει ή να καταστρέψει αρχεία σχετικά με αυτόν στο Αιάκειο, τα οποία ίσως περιείχαν ανεπιθύμητες πληροφορίες.
Γαλλική εκδοχή: Αυλοκόλακες του είπαν πως κατάγεται απ’ τον αδελφό τού βασιλιά Ήλιου της Γαλλίας, του Λουδοβίκου XIV, τον οποίο ο βασιλιάς είχε, το τελευταίο τέταρτο τού 17ου αι., φυλακίσει με μία μάσκα στο πρόσωπο. Ο φυλακισμένος ερωτεύθηκε την κόρη τού δεσμοφύλακα ονόματι Μπονπάρτ, και με την άδεια του βασιλιά παντρεύτηκαν. Τα παιδιά τους τα έστειλαν στην Κορσική και, ή τους άλλαξαν το όνομα σε Μπουοναπάρτε, ή τα υιοθέτησε η οικογένεια Μπουοναπάρτε. Οι αφηγητές προσπάθησαν να πείσουν τον Ναπολέοντα πως είναι απόγονος της βασιλικής οικογενείας των Βουρβόνων. Ο Ναπολέων χαμογέλασε. Υπήρξε πάντως κάποιο άτομο αγνώστου ταυτότητος -πλην εικασιών- έγκλειστο σε διάφορες φυλακές με τελευταία τη Βαστίλλη, τη φήμη του οποίου χρησιμοποίησε ο Αλέξ. Δουμάς στο βιβλίο του «Δέκα έτη μετά ή ο υποκόμης της Μπραζελόν» (Dix Ans plus tard ou le Vicomte de Bragelonne), γνωστό ως «Ο άνθρωπος με το σιδηρούν προσωπείον». Την ύπαρξη ονόματος Bonaparte στη Γαλλία, πολύ ενωρίτερα της γέννησης τού Ναπολέοντα, πιστοποιεί ένα επίσημο έγγραφο τού 1552 με υπογραφή τού βασιλιά της Γαλλίας Ερρίκου ΙΙ, με το οποίο χαρίζεται γη σε κάποιους δύτες με αυτό το όνομα.
Αλβανική εκδοχή: Οι Αλβανοί επικαλούνται τον Γάλλο ιστορικό και πρωθυπουργό Άντολφ Θιρς (Adolph Thiers, πέθανε το 1877), πως έγραψε ότι όταν ο Ναπολέων διόρισε το 1806 τον αδελφό του Τζουζέπε ως βασιλιά της Νάπολης, πήγε να τον καλωσορίσει και η Αλβανική μειονότητα της φυλής Άρμπερες (Αrberesh-Αρβανίτες), και ότι αυτός τους είπε πως και η οικογένεια «Bonaparti» έχει ρίζα Άρμπερες από τον Αλή Πασά. Λένε επίσης πως και ένας άλλος Γάλλος, Κορσικανής καταγωγής, συγγραφέας και εθνολόγος, ο Ρομπέρ ντ’ Ανζελύ (Robert d’Angely, πέθανε το 1966) έγραψε ότι ο Ναπολέων είχε Αλβανική καταγωγή, και ότι το επώνυμο Bonaparte προέρχεται από το αλβανικό «Kalë-miri» που σημαίνει «άλογο-καλό», και όχι από το «Kali-meros» ως ψεύδονται οι Έλληνες. Προστρέχουν ακόμη οι Αλβανοί και στο βιβλίο της Δούκισσας ντ’ Αμπραντές (Duchess d’ Abrantes), Ελληνικής καταγωγής από τους Στεφανόπουλους της Κορσικής, λέγοντας πως και εκεί αναφέρεται η Αλβανική καταγωγή του στρατηλάτη. «Ιστορούν» επίσης ένα επεισόδιο από την εκστρατεία της Αιγύπτου, πως κατά την πολιορκία «κάποιου» κάστρου που το υπερασπίζονταν Αλβανοί, από «κάποιον» στρατηγό του Ναπολέοντα, ο στρατηγός δεν τήρησε την υπόσχεση να τους συγχωρήσει αν παραδίδονταν και τους εκτέλεσε, οπότε ο Ναπολέων τον επέπληξε και του αφαίρεσε τα μετάλλια, μάλιστα στο θυμό του μιλούσε μία γλώσσα ακατάληπτη (αλβανική;!).
Ο Θιρς έγραψε δύο βιβλία, το ένα για τη Γαλλική επανάσταση και το άλλο για την Υπατεία και την Αυτοκρατορία (Histoire de la Révolution Française και Histoire du Consulat et de l’Empire). Τα σχόλια που έχουν γίνει δεν είναι ιδιαίτερα κολακευτικά, «Ως άνθρωπος των γραμμάτων είναι πολύ λιγότερο γνωστός,.. Έχει το ελάττωμα της μακρηγορίας,.. Στρεψόδικος,.. Δίκαιες αμφιβολίες για την αξιοπιστία και τιμιότητα του,… Στη γραφή του υπάρχουν ανακολουθίες,… Περισσότερο δημοσιογράφος παρά ιστορικός,… Πιστεύει πως είναι παντογνώστης (ξερόλας)». Ο κριτικός λογοτεχνίας Sainte Beuve (όχι εχθρικά προσκείμενος) είχε γράψει ειρωνικά «Ο Θιρς τα είπε όλα, χάραξε τα πάντα, μίλησε για τα πάντα». Ο Ντ’ Ανζελύ έχει γράψει το βιβλίο L'Enigme για αρχαίες γλώσσες (Πελασγική, Αριανή, Ελληνική, Ετρουσκική, Γραικική, Αλβανική), στο οποίο γίνεται αναφορά στους Αλβανούς (σ.113-117). Στο ίντερνετ το βιβλίο διαφημίζεται ως νουβέλα και κοστίζει 5 ευρώ. Ο Αγγλοαλβανικός Σύνδεσμος εξέδωσε το 2005 στο Λονδίνο ένα φυλλάδιο με απόσπασμα από διάλεξη του Αλβανού κοινωνιολόγου Gëzim Alpion στο St. Xavier’s College της Ινδίας τον Ιούνιο 2005, όπου διαβάζει κανείς πως οι αυτοκράτορες: Διοκλητιανός, Ιούλιος Καίσαρ, Κλαύδιος, Μέγας Κωνσταντίνος, Ιουστινιανός I, Αναστάσιος, και οι: βασιλιάς Πύρρος, στρατηγός Βελισάριος, Άγιος Ελευθέριος, Πάπας Κλεμέντε, Κεμάλ Ατατούρκ, Ρόμπερτ ντε Νίρο, Λεονάρντο ντι Κάπριο, Σβαρτσενέγκερ, πολλοί αθλητές στην Ελλάδα που υποχρεώθηκαν να ελληνοποιήσουν το όνομα τους, έχουν Ιλλυρική - Αλβανική καταγωγή. Αναφέρεται επίσης πως η δούκισσα Ντ’ Αμπραντές, ο Θιρς, ο Ντ’ Ανζελύ υποστηρίζουν την Αλβανική καταγωγή του Ναπολέοντα από τους Άρμπερες της Κορσικής, οι οποίοι έφθασαν εκεί από τη Μάνη (Ταϋγετο, που τώρα είναι Ελληνικός), όπου κατέφυγαν μετά την κατάκτηση της Αλβανίας από τους Τούρκους τον 15ο αι. και την επακολουθήσασα βιβλική φυγή Αλβανών. Για την δούκισσα θα γίνει εκτενής αναφορά πιο κάτω σχετικά με τους Στεφανόπουλους της Κορσικής. Υπήρχαν Αλβανοί στη Μάνη, είναι αλήθεια, ο δεσπότης τού Μυστρά Θεόδωρος Παλαιολόγος, έστειλε τον 14ο αι. φρουρές από Αλβανούς στα κάστρα της Μάνης και πολέμησε τους Μανιάτες. Λίγα χρόνια αργότερα πήγε στη Μάνη και ο αδελφός του, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Μανουήλ, για να κατεδαφίσει τα κάστρα, και να απαλείψει το βάρβαρο έθιμο τού μασχαλισμού (έκοβαν διάφορα άκρα από τα θύματα τους, π.χ. δάχτυλα, τα επιδείκνυαν, και όταν έπιναν κρασί τα βουτούσαν μέσα για να πάρουν, έλεγαν, τη δύναμη τους). Τότε στέριωσαν διάφορες Αλβανικές οικογένειες, όπως στο Οίτυλο οι Αλμπανεζιάνοι, οι Κακασαγιάννοι και οι Λαβουρεντιάνοι.
Ιταλική εκδοχή: Περί το μέσον του 6ου αι. διάφορα βαρβαρικά φύλλα, κυρίως Λομβαρδοί (ή Λονγκοβάρδοι ή Λανγκοβάρδοι), εισέβαλαν στην Ιταλία προερχόμενοι από την Κεντροανατολική Ευρώπη και σύντομα δημιούργησαν πρώτα στο βορρά ένα βασίλειο και στη συνέχεια κυριάρχησαν σε ολόκληρη σχεδόν την Ιταλική χερσόνησο, με εξαίρεση κάποιες παράκτιες ζώνες υπό βυζαντινή κυριαρχία. Περίπου 200 έτη αργότερα το βασίλειο καταργήθηκε από το βασιλιά των Φράγκων Καρλομάγνο (τον οποίο τρεις δεκαετίες αργότερα ο Πάπας τον έστεψε αυτοκράτορα, τίτλο που αναγνώρισε και το Βυζάντιο). Τον 11ο αι. οι Νορμανδοί κατέκτησαν την Ιταλία και απάλειψαν κάθε εστία ισχύος των Λομβαρδών. Από αυτή την παρένθεση στην ιστορία της Ιταλίας διατηρήθηκε το όνομα «Λομβαρδία» στην ΒΔ Ιταλία με πρωτεύουσα το Μιλάνο. Πολλοί Λομβαρδοί διατήρησαν τίτλους ευγενείας, αρκετοί μάλιστα απέκτησαν υψηλά αξιώματα σε πολλές πόλεις, γενικά δε επηρέασαν τα κοινωνικοπολιτικά και πολιτιστικά πράγματα της Ιταλίας, αλλά και επηρεάσθηκαν. Τα ονόματά τους ή τα άλλαξαν ή τα τροποποίησαν προσαρμόζοντάς τα στα Ιταλικά.
Μία οικογένεια ευγενών Λομβαρδών, οι Καντολίντζι ντι Μπόργκονουόβο (Cadolingi di Borgonuovo), από τις επιφανέστερες της Πιστόια (ΒΔ της Φλωρεντίας), πριν από τον 10ο αι. αναγκάσθηκε λόγω πολιτικο-εκκλησιαστικών πίεσεων να μετεγκατασταθεί λίγο νοτιότερα, στο Φουτσέκιο (Fucechio), όπου υπήρξαν άρχοντες του έως τις αρχές του 12 αι., χτίζοντας διάφορα οχυρωματικά έργα, από τα οποία σώζονται τμήματα ενός κάστρου. Τον 12ο αι. μεταναστεύουν πάλι για πολιτικούς λόγους. Οι δύο μεγάλες πολιτικές παρατάξεις, Γουέλφοι (Guelfi) υπέρ του Βατικανού και τους Γιμπελίνοι (Ghibellini) υπέρ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, είχαν αναστατώσει την Ιταλία για δύο περίπου αιώνες (12ος έως αρχές 14ου) με εμφύλιους πολέμους. Εγκατέλειψαν λοιπόν το Φουτσέκιο και εγκαταστάθηκαν στο Ποντρεμόλι (Pontremoli) της ιστορικής περιοχής Λουνιτζιάνα (Lunigiana), αλλάζοντας το όνομα σε Μπουοναπάρτε. (Η Ρωμαϊκή Λουνιτζάνα ταυτίζεται με την ευρύτερη ΒΔ της Φλωρεντίας περιοχή των πόλεων Λα Σπέτσια, Μάσα, Καράρα). Σύναψαν φιλικές σχέσεις με τους Μεδίκους της Φλωρεντίας, πολλοί μάλιστα εγκαταστάθηκαν εκεί και κατέλαβαν υψηλά αξιώματα, από πολιτικής δε πλευράς τοποθετήθηκαν με τους Γιμπελίνους. Οι Γουέλφοι επικράτησαν τελικά και προέβησαν σε διωγμούς. Δύο κλάδοι Μπουοναπάρτε της Φλωρεντίας διέφυγαν, ο ένας πήγε στο, λίγο νοτιότερα από το Φουτσέκιο, Σαν Μινιάτο (San Miniato), όπου και σήμερα υπάρχει οικογενειακός τάφος Βοναπάρτηδων, και ο άλλος ανατολικά της Λα Σπέτσια στην υπό τη Γένοβα περιοχή της Σαρζάνα (Sarzana), που συνιστά μία συνέχεια της Λουνιτζιάνα και υπήρξε ισχυρό οχυρό Λομβαρδών. Εκεί ιδρύθηκε ο οικισμός του «Οίκου τών Ευγενών Σαρζάνα». Η οικογένεια ανέβηκε κοινωνικά, σύναψε επιτυχείς γάμους και συγγένεψε με τον καταγόμενο από τη Σαρζάνα Πάπα Νικολό V. {Το 1302 εξορίσθηκε και ο σπουδαίος ποιητής Δάντης Αλιγκιέρι (Dante Alighieri), δημιουργός του περίφημου τρίτομου ποιήματος «Θεία Κωμωδία»: Κόλαση-Καθαρτήριο-Παράδεισος. Πολιτικά ήταν προσκείμενος στους νικητές Γουέλφους, οι οποίοι μετά τη νίκη τους διασπάσθηκαν σε «Λευκούς Γουέλφους» που ζητούσαν απεξάρτηση από τον Πάπα, και σε «Μαύρους Γουέλφους» που στήριζαν ανεπιφύλακτα τον Πάπα. Στον εμφύλιο που εκδηλώθηκε, ο Δάντης τάχθηκε με τους ηττημένους Λευκούς. Εξορίσθηκε δια βίου από την Φλωρεντία επί ποινή θανάτου στην πυρά αν επέστρεφε χωρίς να πληρώσει το πρόστιμο. Αρνήθηκε να πληρώσει, καθώς επίσης αρνήθηκε και κάποιες μετέπειτα προσφορές, μόνο με τιμητική υποδοχή θα δεχόταν να επιστρέψει στη Φλωρεντία. Στην περιπλάνησή του, μέχρι το θάνατο του στη Ραβέννα, έζησε ένα διάστημα και στη Σαρζανα. Το 2008 το Δημοτικό Συμβούλιο της Φλωρεντίας με απόφασή του a posteriori ακύρωσε την καταδίκη}.
Το, από πλείονες πηγές, γενεαλογικό δένδρο των Βοναπάρτηδων τής Κορσικής δίδει την ακόλουθη σειρά: Gianfardo (πέθανε τέλη 12ου αι.), σύζυγος η Imelda de’ Nerli, κόρη του Ugolino de Nerli, πατρικίου της Φλωρεντίας - Ιl Vecchio di Sarzana Bonapars ή Bonopax, δημοτικός σύμβουλος (π. 1245), δεν αναφέρεται σύζυγος - Guglielmo di Gianfaldo il Buonaparte, νομικός, δεν αναφέρεται σύζυγος - Giovanni (π.~1312), νομικός, 1η σύζυγος η Vita Sarzanello και 2η η Giοvanna Sacchetti - Jiacopo (π. μετά 1338), αυτοκρατορικός συμβολαιογράφος και δήμαρχος Sarzana, δεν αναφέρεται σύζυγος, ούτε διευκρινίζεται ποία εκ των δύο είναι η μητέρα του - Nicolosio (π. 1397), συμβολαιογράφος, δεν αναφέρεται σύζυγος - Giovanni (π. μετά 1404), νομικός, πληρεξούσιος στο δούκα του Μιλάνου Visconti, σύζυγος η Isabella Calandrini ανιψιά του Πάπα Niccolo V γεννημένου στην πόλη Sarzana - Cesare (π.~1475), νομικός και δημοτικός σύμβουλος, σύζυγος η Apollonia Malaspina κόρη του Nicolo Malaspina μαρκήσιου της Verrucola (περιοχή κοντά στην Lunigiana) - Giovanni (π. 1501), δεν αναφέρεται σύζυγος. Ο Giovanni πήγε στην πόλη Μπάστια (Bastia) της ΒΑ Κορσικής, όπου από το 1480 ήταν αντικυβερνήτης ως εκπρόσωπος τού Γενοβέζου κυβερνήτη. Ο γιός του, ο Francesco il Mauro π.~1540), μισθοφόρος αξιωματικός του στρατού της Γένοβας στη στρατιά Ufficio di San Giorgio, εστάλη στο Αιάκειο τής Κορσικής το 1490. Μετά την αποστρατεία του, πήγε το 1512 εκ νέου και εγκαταστάθηκε εκεί. Σύζυγός του η Katarina da Castelletto, κόρη ευγενούς της Pietrasanta (παραθαλάσσια πόλη βορειότερα της Πίζας, την νυμφεύθηκε στο Αιάκειο το 1491. Θεωρείται ο γενάρχης των Βοναπάρτηδων της Κορσικής. Προφανώς είχε αποκτήσει σπίτι και κάποιο μικρό τμήμα γής, καθόσον φέρεται να υπάρχουν αυτά από το 1492 σε Βοναπάρηδες. Ακολουθούν: Cabriele (περίπου1485 – 1589, 104 ετών), σύζυγος η Maria Durazzo - Geronimo (περίπου 1520 – μετά το 1617, >97 ετών), γερουσιαστής στο Αιάκειο και βουλευτής στη Γένοβα, σύζυγος η Pelergrina Calvari - Francesco (περίπου 1570 – 1633, ~63 ετών), γερουσιαστής και κυβερνήτης του Αιάκειο, σύζυγος η Camilla Cattaciolo - Sebastiano (περίπου1603 – 1642, 39 ετών), σύζυγος η Maria Rastelli - Carlo (1637 – 1692, 55 ετών), σύζυγος η Virginia Odone - Giuseppe (1663 – 1703, 40 ετών), σύζυγος η Maria Colonna da Bozzi - Sebastiano Nicolo (1683 – 1720, 37 ετών), σύζυγος η Maria Anna Tusoli di Bocognano - Giuseppe (1713 – 1763, 50 ετών), σύζυγος η Maria Saveria Paravicini - Carlo (1746 – 1785, 39 ετών), πατέρας του Ναπολέοντα, σύζυγος η Letizia Ramolino (1750 – 1837, 87 ετών), μητέρα του Ναπολέοντα. Το 1567 οι Βοναπάρτηδες της Σαρζάνα την εγκατέλειψαν πουλώντας τα υπάρχοντα τους. Το 1780 ο τελευταίος Βοναπάρτης της Τοσκάνης κληροδότησε τη μικρή περιουσία του στον Κάρλο. Ο Μέγας δούκας της Τοσκάνης είχε παραχωρήσει στον Τζουζέπε, πατέρα του Κάρλο, τίτλους ευγενείας. Ο Κάρλο φρόντισε το 1771 να αναγνωρισθεί από τη Γαλλία ο τίτλος του κόμη. Νονός του Σεμπαστιάνο Νικολό (πιο πάνω) ήταν ο Napoleone Lomelini, έτσι εισήλθε στην οικογένεια το όνομα. Το σπάνιο, στην ευρύτερη Ιταλία, όνομα Napoleone ήταν σύνηθες στην κεντρική Ιταλία. Πιθανόν έχει ρίζα γερμανική (Nibelungen). Αργότερα συνδέθηκε με την Νάπολη, την Ελληνική αποικία Νεάπολη, και με το «Λέων της Νάπολης
Μία διαφορετική εκδοχή αναφέρει πως στην πόλη Τρεβίζο, υπήρχαν από τον 11ο αι. Λομβαρδοί ευγενείς με το όνομα Μπουοναπάρτε. Η τυραννική διακυβέρνηση και οι πολιτικές διαμάχες, τους χώρισαν σε Μπουοναπάρτε και σε Μαλαπάρτε Όταν άρχισαν οι προγραφές εναντίον των Βοναπάρτηδων, πολλοί έφυγαν ή απ’ ευθείας στο Σαν Μινιάτο και στη Σαρζάνα, ή πρώτα στην Φλωρεντία και από εκεί μία μερίδα διωγμένη κατέληξε στο Σαν Μινιάτο και στη Σαρζάνα. Από αυθεντικά στοιχεία (documentι) προκύπτουν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα σχετικά με εκπροσώπους της ευρύτερης οικογένειας Buonaparte του Τρεβίζο: Ένας Buonaparte το 1120 εξορίστηκε από την Φλωρεντία ως Γιμπελίνος. Ο Curado το 1170 ήταν ιππότης του «χρυσού πτερνιστήρα». Ο Giuseppe το 1210 το ίδιο. Ο Nordilius το 1272 ήταν άρχοντας της Πάρμας. Ο αδελφός τού Nordilius το 1279 ορίσθηκε πληρεξούσιος σύναψης ειρήνης μεταξύ Τρεβίζο και Πάντοβας. Ο Pietro το 1283 το ίδιο με την Carrara. Ο Giοvanni το 1333 ήταν άρχοντας στη Φλωρεντία. Ο Niccolo το 1454 πρεσβευτής του Πάπα Niccolo V σε πολλές πόλεις και αντιβασιλιάς στην πόλη Άσκολι. Το 1807 ο δούκας του Τρεβίζο έδειξε στον αυτοκράτορα Ναπολέοντα πλήθος στοιχείων περί των προγόνων του, αυτός όμως σχολίασε πως κάθε άνθρωπος είναι τέκνο των πράξεων του, και πως τους δικούς του τίτλους τους κατέχει από το Γαλλικό λαό.
Το επώνυμο Buonaparte μάλλον το είχαν αρκετές οικογένειες ευγενών Λομβαρδών σε διάφορα μέρη, έτσι υπάρχει κάποια σύγχυση και μυθοπλασία. Ίσως να προέρχεται από προσωνυμία κάποιου πολιτικού κόμματος της Τοσκάνης, που αυτοχαρακτηριζόταν ή το χαρακτήριζαν ως «Καλό Κόμμα» (η λέξη parte στα ιταλικά σημαίνει κόμμα, μέρος, κλπ, σήμερα για πολιτικό κόμμα συνηθίζεται η λέξη partito), και με τον καιρό έγινε επώνυμο, Buona Parte → Buonaparte. Δίλεξα ονόματα ήταν του συρμού και στη Δημοκρατία της Βενετίας από τον 10ο αι. Τα ιταλικά ονόματα συνήθως λήγουν σε «i» στο βορρά, και σε «o» στο νότο, το «e» συνιστά εξαίρεση.
Μετά την εξορία τού Ναπολέοντα στην Αγία Ελένη, το μεγαλύτερο τμήμα της οικογένειας συγκεντρώθηκε στη Ρώμη υπό την προστασία του Πάπα Πίου VII. Τελευταίοι γνωστοί Βοναπάρτηδες είναι ο Giovanni Cristoforo Bonaparte γεννηθείς το 1986, και η Sofia Napoleone Bonaparte γεννηθείσα το 1992.
Ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραντζίσκος, όταν έδωσε την κόρη του Μαρία-Λουίζα στον Ναπολέοντα, έψαξε να βρει ευγενική καταγωγή για το γαμπρό του. Ανακάλυψε πως πρόγονοι του ήταν οι τύραννοι του Τρεβίζο. Ο Ναπολέων δεν το δέχθηκε, είπε πως προτιμά ταπεινή καταγωγή, παρά από τυράννους. Ο Ταλλεϋράνδος, υπουργός εξωτερικών του Ναπολέοντα, του έδωσε στοιχεία που βρήκε σε πολλές Ιταλικές πόλεις, για την καταγωγή του. Ο Ναπολέων έριξε μια ματιά και μετά τα πέταξε στη φωτιά. Είπε πως προτιμά οι τίτλοι να αρχίζουν από τον ίδιο και να προέρχονται από το λαό. Ο Πάπας πρότεινε στον Ναπολέοντα (όταν ήταν αυτοκράτορας) να αγιοποιήσει κάποιο μοναχό ονόματι Μπουοναβεντούρα (Bouonaventura) Μπουναπάρτε, ήδη από πολλά χρόνια νεκρό, διότι ανακάλυψε πως είχε πολλές αρετές, (που δεν είχαν γίνει αντιληπτές εν ζωή). Ο Ναπολέων θορυβημένος απάντησε «Άγιε Πατέρα, προς Θεού, αποφύγετε την γελοιοποίηση μου από μία τέτοια ενέργεια».
Μανιάτικη εκδοχή: Έχει ως εξής, ή, περίπου ως εξής:
Οι Κομνηνοί στο Οίτυλο: Μετά την Κωνσταντινούπολη, ο Μωάμεθ ο Πορθητής το 1461 κατέκτησε και το κρατίδιο-αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, που είχε δημιουργηθεί από ένα κλάδο Κομνηνών μετά την προσωρινή διάλυση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την 4η σταυροφορία το 1204. Ο τελευταίος αυτοκράτορας Δαβίδ ΙΙ Κομνηνός θανατώθηκε από τον Μωάμεθ μαζί με επτά από τους οκτώ γιούς του. Ο 8ος γιός, ο Νικηφόρος, μαζί με πολλούς άλλους Κομνηνούς, κατέφυγαν, στις αρχές τού 1470, στο Οίτυλο, γιατί η Μάνη ήταν τότε η μόνη ασφαλής περιοχή έναντι των τούρκων. Νυμφεύθηκε την κόρη του Οιτυλιώτη Μηλιγγού Λασβούρη ή Σλαβούρη, και έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από όλους. Γενάρχης των Στεφανόπουλων είναι ή ο εγγονός του Στέφανος, ή ο ίδιος σύμφωνα με μίαν άλλη εκδοχή πως ήλθε στο Οίτυλο με ψευδώνυμο. Όπως και να έχει, υπήρξε ήρωας σε νικηφόρα μάχη με Τούρκους το 1537 κοντά στο Οίτυλο. Στην περιοχή της μάχης έχτισε μοναστήρι, το οποίο υπάρχει και ονομάζεται του «Τσίγκου», απ’ τον κλάδο τών Τσιγκιάνων-Στεφανόπουλων που το κατείχαν. Απ’ τον πύργο του στο Οίτυλο διατηρείται ένα τμήμα.
Οι Μέδικοι, στο Οίτυλο: Δεν έχουν, άμεση τουλάχιστον, σχέση με τους Βοναπάρτηδες, αλλά έχουν μεγάλη με τη Μάνη. Πρέπει να αναφερθούμε. Πριν από το 1400 εμφανίζονται εκπρόσωποι τών Μεδίκων της Φλωρεντίας στην Αθήνα και στο Ναύπλιο. Η ιστορική παράδοση θέλει κάποιον Πιέρρο ή Πέτρο Μέδικο να πηγαίνει από το Ναύπλιο στη Μέσα Μάνη τον 15ο αι. και να νυμφεύεται τη κόρη Ανθή τού τοπάρχη τού Μεζάπου (στην Άκρα του Ταινάρου), της οικογένειας των Κοντόσταβλων. Ο Μέδικος εμφάνισε αρετές, τις οποίες ο λαός εκτίμησε και ζήτησε να γίνει αυτός τοπάρχης. Δεν είναι σαφές αν θα επρόκειτο γιά συναινετική αποχώρηση τού πεθερού ή γιά ανατροπή. Γεγονός είναι πως ο Μέδικος δολοφονήθηκε ή από από Κοντόσταυλους διεκδικητές της θέσης εν αγνοία του πεθερού ή κατ’ εντολή του. Η Ανθή ήταν έγκυος. Ανήμερα τα Χριστούγεννα έφυγε κρυφά γιά το Οίτυλο να τύχει προστασίας από τον διοικητή της Μάνης (Οιτύλου και Μεθώνης λεγόταν) Ιωάννη Παλαιολόγο. Θεωρείται βέβαιο πως η Ανθή πήγε στο Οίτυλο όταν ο Παλαιολόγος ήταν ακόμα εκεί (με τον άνδρα της τον επισκέπτονταν συχνά). Από αυτή τη βεβαιότητα συνάγεται ο περίπου χρόνος μετάβασης του Μεδίκου στη Μάνη: Μετά τους Κατακουζηνούς, άρχοντες στο δεσποτάτο του Μυστρά έγιναν το 1384 οι Παλαιολόγοι. Ο από την Ανκόνα Ιταλός περιηγητής Κυριάκος Αγκωνίτης (Ciriaco d’ Ancona, παρατσούκλι του Ciriaco Pizzicolli) γράφει στο οδοιπορικό του πως το 1447 φιλοξενήθηκε στο Οίτυλο από τον Ιωάννη Παλαιολόγο. Το 1460 ο Μυστράς έπεσε στους Τούρκους και οι Παλαιολόγοι έφυγαν από το Οίτυλο. Κατά συνέπεια το χρονικό διάστημα έλευσης του Μέδικου είναι 1384-1460. Ως προς τους λόγους έλευσής του υπάρχουν δύο εκδοχές: Την εποχή εκείνη η Μάνη είχε τρεις κοινωνικές τάξεις• τους ισχυρούς «Νυκλιάνους», τους μεσαίους «Αχαμνόμερους», και τους ταπεινούς «Φαμέγιους», υπηρέτες των Νικλιάνων (φαμέγιος σημαίνει «της οικογένειας», από την Ιταλική λέξη famiglia). Οι Νικλιάνοι ήταν αντίπαλοι των Παλαιολόγων. Οι Κοντόσταβλοι ήταν Νικλιάνοι. Η μία εκδοχή θέλει τον διοικητή Ιωάννη να έχει δυσκολίες στη διοίκηση με τους Κοντόσταβλους, και σκέφθηκε πως δίδοντας σε ένα φιλικό προς αυτόν Μέδικο ως νύφη μία Κοντοσταβλίτσα, θα μπορούσε να ελέγχει την κατάσταση. Η άλλη εκδοχή αναφέρεται σε κάποια σύσκεψη Ενετών με άλλα κράτη στο Ναύπλιο, για συμμαχία κατά των Τούρκων, αλλά πήγε στραβά, και από φόβο έφυγαν όλοι. Αυτό θα πρέπει να έγινε, αν έγινε, μετά το 1460 που την περισσότερη Πελοπόννησο κατείχαν οι Τούρκοι, και πριν το 1540 που και το Ναύπλιο περιήλθε στους Τούρκους (υπάρχει άποψη πως έγινε το 1472). Κατά την δεύτερη εκδοχή ο Μέδικος πήγε στο Μέζαπο το 1475. Στο Οίτυλο η Ανθή γέννησε τον Πιέρρο ή Πέτρο τον Νεώτερο, ο οποίος, εικάζεται, πήρε ως γυναίκα του την κόρη του Παλαιολόγου, γιατί αυτός φεύγοντας τους άφησε το παλάτι στην πλατεία του Οιτύλου, το αποκαλούμενο και ακατοίκητο σήμερα «Παλατάκι». Έκαμαν έξι παιδιά, (δηλ. αγόρια, για κορίτσια δεν γνωρίζω): Μιχελής, Ιωάννης ή Ραζέλος (το Ιωάννης ίσως είναι από τον παππού), Λουκάς ή Τσαχούτας, Κουρής, Γάιος ή Γάτος, και Σαλαμπάνος. Οι Κοντόσταβλοι βρήκαν κάποια αφορμή και κάλεσαν τον Πιέρρο σε μονομαχία. Ο υποτακτικός τής Ανθής ονόματι Μπαζίνας πριν τη μονομαχία κρύφτηκε σε θάμνους, πιθανόν με εντολή τής Ανθής, και σκότωσε τον Κοντόσταβλο με τόξο. Ο γιός της θύμωσε, έτσι η Ανθή από την μία τον έκαμε ψυχογιό, από την άλλη τον καταράστηκε να μην πληθαίνει το σπέρμα του πάνω από έναν απόγονο. Λένε πως έτσι είναι μέχρι σήμερα. Από τα έξι αυτά παιδιά και από τον Μπαζίνα, δημιουργήθηκαν επτά σόγια, ή «μπουλούκια» όπως λέγονται, και από τα οποία κατάγονται όλοι οι απανταχού Μέδικοι-Γιατριάνοι, με διάφορα επίθετα, από το όνομα τού πατέρα, με υποκοριστική μορφή, π.χ. Πιέρρος-Πιερρακέας, σύμφωνα με την Μανιάτικη, αλλά και αρχαιοελληνική συνήθεια. Η Ανθή (η Κυρούλα), άφησε Διαθήκη Ενότητας, όρισε να γιορτάζουν όλοι μαζί ενωμένοι στο Οίτυλο ανήμερα τα Χριστούγεννα και στο τέλος της γιορτής, γύρω στο ηλιοβασίλεμα, να εκφωνούν το Μυστικό στα ενήλικα εκ πατρός αρσενικά. Η γιορτή συνεχίζεται στο Οίτυλο από το 1550.
Οι δύο αυτές οικογένειες, Στεφανόπουλοι και Μέδικοι, κυριαρχούσαν επί μακρόν στη Μάνη. Ήλθαν όμως και τα στραβά. Το 1659 οι Μανιάτες, ύστερα από συνεννοήσεις με τους Ενετούς στην Κρήτη, άσκησαν πειρατικές εφόδους εναντίον Τούρκικων πλοίων προς ανακούφιση τής, υπό Ενετική επικυριαρχία, πολιορκούμενης από το 1645 Κρήτης. Σε αντάλλαγμα θα ελάμβαναν ενίσχυσή από τους Ενετούς στον αγώνα τους κατά των Τούρκων στην περιοχή της Μάνης. Πράγματι ο Ενετός ναύαρχος Μοροζίνι πήγε με μικρό στόλο στη Μάνη το 1663 και σε συνεργασία με αρκετές χιλιάδες Μανιατών κατέλαβαν την Καλαμάτα. Στη συνέχεια ο Μοροζίνι εγκατέλειψε τους Μανιάτες αποπλέοντας προς Κρήτη. Οι δύο πρωταγωνίστριες στην επιχείρηση οικογένειες (Στεφανόπουλοι-Μέδικοι), αισθανθείσες τον κίνδυνο, ήλθαν σε συνεννόηση με τον Μέδικο ηγεμόνα της Φλωρεντίας και αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Ιταλία. Όμως, γεγονότα που επακολούθησαν, ανέβαλαν την αναχώρηση. Ο μεγάλος βεζύρης Κιοπρουλού (Köprülü Fazıl Ahmed Paşa) αποφάσισε να ελέγξει τους Μανιάτες με διπλωματία ή με βία. Έστειλε στη Μάνη τον πειρατή Χασάν Μπαμπά με Τουρκικά πλοία και με την εντολή να θέσει όρους υποταγής ή να τους καταστρέψει. Ο Χασάν Μπαμπάς προσωρμίσθη στο Σκουτάρι και ζήτησε συνεννοήσεις. Εδώ εισέρχεται στη σκηνή ο Λιβέριος Γερακάρης της οικογενείας Κοσμάδων, αποκαλούμενος Λιμπεράκης. Κωπηλάτης από 15 ετών σε Ενετικά πλοία, ικανός πειρατής, φιλόδοξος, απρόβλεπτος και χωρίς ηθικούς φραγμούς, ανέλαβε τη διαμεσολάβηση, πλην όμως οι Μανιάτες δεν απεδέχθησαν τους όρους και με πολεμικές ενέργειες εξεδίωξαν τον Χασάν. Αυτός τότε κινήθηκε προς Κιτριές, οι Μανιάτες όμως τον παρακολούθησαν και με νυκτερινή επιχείρηση έκοψαν τα σχοινιά των πλοίων, λόγω δε σχετικής θαλασσοταραχής μερικά έπεσαν στα βράχια. Ο Χασάν Μπαμπά, ο τρομερός πειρατής, εγκατέλειψε κάθε περαιτέρω ενέργεια. Η επιτυχία αυτή τών Μανιατών αναπτέρωσε το ηθικό τους και επανέλαβαν τις παρενοχλήσεις των Τούρκικων πλοίων στην Κρήτη, μάλιστα μία νύκτα του 1667 πυρπόλησαν το πλοίο του ίδιου τού Κιοπρουλού και πήραν μερικά κανόνια. Ο μέγας βεζύρης, συνειδητοποίησε πως με τη βία δεν έχει αποτέλεσμα. Έθεσε τότε σε εφαρμογή το σχέδιο αυτοκυβέρνησης τών Μανιατών με προϋποθέσεις, το επάρατο μπεηλίκι. Δεν υπήρξε ανταπόκριση από τις δύο οικογένειες. Στράφηκε στο Λιμπεράκη, ο οποίος δέχθηκε. Γνωρίζοντας όμως πως ουδεμία είχε ελπίδα επιτυχίας χωρίς τη στήριξη μίας έστω εκ των δύο οικογενειών, ζήτησε σε γάμο τη Μαρία των Μεδίκων. Παρότι την είχε προηγουμένως ζητήσει ο Μιχαήλ Λεμιθάκις των Στεφανόπουλων-Κομνηνών, ο πατέράς της Γιακουμής την έταξε στο Λιμπεράκη. Η Μαρία μάλλον προτιμούσε τον Μιχάλη και έτσι κλέφτηκαν. Η βεντέτα μεταξύ των δύο οικογενειών κράτησε τρία έτη με ανυπολόγιστες συμφορές και για τις δύο. Ο Λιμπεράκης απέτυχε να πείσει τους Μανιάτες γιά τις καλές προθέσεις των Τούρκων, αντιθέτως προκάλεσε μίσος, έτσι αφού ορκίσθηκε εκδίκηση γιά την προσβολή, πούλησε τα υπάρχοντα του, αγόρασε πλοίο και ξανάρχισε την πειρατεία με μεγάλη επιτυχία, προσβάλλοντας ακόμη και Τουρκικά πλοία. Σε κάποια επιδρομή συνελήφθη από τον Τουρκικό στόλο και φυλακίσθηκε. Ζήτησε να δει τον Κιοπρουλού και παραπονέθηκε πως υποφέρει χάριν των συμφερόντων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία τον εγκατέλειψε. Ο μέγας βεζύρης τον αποφυλάκισε, τού έδωσε χρυσάφι και τον έστειλε στη Μάνη γιά να πείσει τους Μανιάτες να υπακούσουν.

(2ο από 2)
Στη Μάνη ο Λιμπεράκης επιδόθηκε σε επιδέξια προπαγάνδα περί κακών Ενετών και καλών Τούρκων, οι οποίοι με τον ίδιο ως μπέη θα έδιδαν προνόμια, και με το χρυσάφι που μοίρασε με απλοχεριά πέτυχε να ξεγελάσει πολλούς Μανιάτες και να κάμψει το ηθικό τους. Αλλά κι’ ο Κιοπρουλού με πράκτορες που έστειλε επηρέασε πολλούς, κυρίως τον κλήρο με υποσχέσεις γιά προνόμια κι’ ελευθερίες στην τέλεση της λειτουργίας. Το 1669 οι Τούρκοι πήραν την Κρήτη από τους Ενετούς. Τότε ο Κιουπρουλού έστειλε μπουγιουρντί στους Μανιάτες, ή υποτάσσονται με κάποια προνόμια ή τους αφανίζει. Συγχρόνως έπεμψε τον πασά Κεζέ Αλή να επισκευάσει και επανδρώσει τα φρούρια Ζαρνάτας, Πασαβά, Κελεφάς και Πόρτο Κάγιου. Η ενέργεια αυτή δεν είχε πολεμικό χαρακτήρα, ούτε μία τουφεκιά, στρατός δεν μπήκε στα χωριά, είπαν πως σκοπεύει στην ελευθερία του εμπορίου. Δεν υπήρξε αντίδραση. Ο Λυμπεράκης αυτοανακηρύχθηκε ηγεμών της Μάνης και επιτέλους βρήκε την ευκαιρία της εκδίκησης. Συνέλαβε 35 Οιτυλιώτες, οι περισσότεροι Στεφανόπουλοι, μεταξύ τους και ο αντεραστής του Μιχάλης, και δεμένους τους εκτέλεσε στη ρούγα του χωριού, αφού προηγουμένως προπηλάκισε τον Μιχάλη. Αυτός αντέδρασε λέγοντας πως οι άξιοι Μανιάτες δεν χτυπούν δεμένους. Δεν περιορίσθηκε στους Στεφανόπουλους, το μίσος του εκδηλώθηκε και κατά των Μεδίκων, γιά τους οποίους διέδιδε πως ετοίμαζαν εξεγέρσεις με Ενετική υποστήριξη. Αναγκάσθηκαν να δώσουν πέντε νέους ως ομήρους, τους οποίους οι Τούρκοι μετέφεραν στο Μυστρά και χάθηκαν τα ίχνη τους. Ο Λυμπεράκης είχε γίνει καταμίσητος. Οι δύο οικογένειες ένοιωθαν εγκλωβισμένες με την ανάσα τών Τούρκων στο κεφάλι τους από το κάστρο της Κελεφάς. Η μεταξύ τους βεντέτα είχε εξασθένηση τη δύναμη τους. Ο Τουρκικός έλεγχος από τα φρούρια δεν έδιδε περιθώρια επικοινωνίας έξω από τη Μάνη. Σκέπτονταν ξανά την μετανάστευση. Ήλθαν σε χωριστές συνεννοήσεις, οι Μέδικοι με τη Φλωρεντία, οι Στεφανόπουλοι με τη Γένοβα.
Στις αρχές του 1671 απέπλευσε από το Καραβοστάσι το μεγαλύτερο μέρος τών Μεδίκων, περίπου 1500 άτομα. Στη διαδρομή άφησαν μερικούς στην Κέρκυρα, όπου έχτισαν τον οικισμό Μιχαλάδες. Αποβιβάσθηκαν στο Λιβόρνο (δυτικά της Φλωρεντίας) και έλαβαν από τον Μέγα Δούκα των Μεδίκων μία περιοχή κοντά στη Βολτέρα (ΝΔ της Φλωρεντίας), όπου έχτισαν τα χωριά Κασσάπαλη (Cassápali) και Μπιμπόνα (Bimbona). Με τον καιρό ιταλοποιήθηκαν, έχασαν τη γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα, και το μόνο που έμεινε είναι η εκ παραδόσεως ανάμνηση περί της καταγωγής τους. Στο Οίτυλο υπάρχει αφήγηση πως, πολύ αργότερα, το επισκέφθηκαν κάποιοι από τους απογόνους. Ουδέν έτερον. Όσοι παρέμειναν στο Οίτυλο άλλαξαν το όνομα, από Μέδικοι έγιναν Γιατριάνοι (medico σημαίνει γιατρός).
Ο Λιμπεράκης αντιμέτωπος με την γενική περιφρόνηση και εγκαταλειμμένος από τους Τούρκους, απέπλευσε νύκτωρ από το το Καραβοστάσι, από σημείο που και σήμερα λέγεται Λιβέρα. Επιδόθηκε ξανά στην πειρατεία για δέκα περίπου χρόνια, χτυπώντας πάλι Τούρκους. Πάλι τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν στο ναύσταθμο της Κωνσταντινούπολης, το φοβερό Μπάνιο. Ύστερα από λίγα χρόνια, το 1689, τον ανέσυραν, τον όρισαν (άτυπα) μπέη της Μάνης, τού έδωσαν σύζυγο την Αναστασία, μία ευγενή της Μολδαβίας, τού έδωσαν μερικές χιλιάδες στρατό, και χωρίς την Αναστασία τον έστειλαν στην Ελλάδα. Η πράξη αυτή συνιστούσε ένα από τα μέτρα που οι Τούρκοι έλαβαν μετά την εισβολή στην Πελοπόννησο του Ενετικού στόλου υπό τον Μοροζίνι το 1685. (Οι Οθωμανοί επιχείρησαν ανεπιτυχώς δύο φορές να καταλάβουν την Βιέννη, 1529 και 1683, στην προσπάθεια τους να διεισδύσουν στην κεντρική Ευρώπη. Το 1684 σχηματίσθηκε από Ευρωπαϊκές χώρες Ιερή Συμμαχία κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας προ του αισθητού πλέον κινδύνου εξάπλωσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό η Βενετία κήρυξε τον έβδομο πόλεμο της κατά των Οθωμανών, 1684-1699, επικεντρώνοντας την κύρια ενέργεια της στην Πελοπόννησο). Στην Ελλάδα ο Λιμπεράκης ενώνεται το 1691 με το Σερασκέρη Μισιρλή Ζαδέ, προτρέπει τους Έλληνες να υποταγούν, ζητά από τους Μανιάτες, χωρίς ανταπόκριση, να τον αναγνωρίσουν ως μπέη υποσχόμενος προνόμια, με το σερασκέρη επιχειρούν να κατακτήσουν την Πελοπόννησο, σκοντάφτουν στην Κόρινθο, αποσύρονται στα Μέγαρα, επανέρχονται το επόμενο έτος και καταλαμβάνουν την Κόρινθο, πολιορκούν την Ακροκόρινθο, καίνε το Άργος, πολιορκούν το Ναύπλιο για λίγο και αποχωρούν από την Πελοπόννησο. Πάλι στα Μέγαρα. Συμμετέχει σε αποτυχημένη κατάληψη της Ναυπάκτου, αποτυγχάνει εισβολή στην Κόρινθο, πηγαίνει στο Καρπενήσι όπου συνάπτει γάμο με πολύφερνο νύφη, συναντιέται στο Βραχώρι με απεσταλμένο των Ενετών για τον στρατολογήσουν, δίδει πληροφορίες για τους Τούρκους αλλά συνεχίζει να είναι σύμμαχος τους. Στον Αχελώο χάνει μάχες, υφίσταται πανωλεθρία στα Σάλωνα, πηγαίνει στο Καρπενήσι καίγοντας στη διαδρομή τα χωριά χειρότερα κι’ από τους Τούρκους. Το 1695 εισβάλλει για τρίτη φορά στην Πελοπόννησο μαζί με Τούρκους, στην Κόρινθο νικά Ενετούς και Έλληνες, κυρίως Μανιάτες, φθάνει στην Τρίπολη, πυρπολεί την Καρύταινα, επιστρέφει και προσβάλλει το Άργος, αλλά απωθείται. Γιά κάποιο λόγο δεν βάδιζε προς Μάνη, ίσως αντελήφθη πως δεν είχε ελπίδα ούτε καν να φθάσει στη Μάνη. Οι Ενετοί τον προσεγγίζουν για δεύτερη φορά, τον πείθουν και τον φυγαδεύουν επειδή οι Τούρκοι τον υποψιάστηκαν, και του δίδουν τίτλους. Δύο έτη αργότερα συμμετέχει σε επιχείρηση κατά των Τούρκων στη Θήβα, στη συνέχεια πηγαίνει στην Ήπειρο και λεηλατεί την Άρτα. Οι κάτοικοι τής πόλης παραπονέθηκαν στον δόγη τής Βενετίας, ο οποίος δυσαρεστήθηκε. Κατά μία εκδοχή ο δόγης έχοντας υπόψη του και την εν γένει αναξιόπιστη συμπεριφορά του, διέταξε τη σύλληψη του, την αφαίρεση των αξιωμάτων του και τη φυλάκισή του στη Μπρέσια (Brescia, ανατολικά του Μιλάνου), όπου πέθανε το 1710 σε ηλικία 66 ετών. Κατ’ άλλη εκδοχή δεν υπήρξαν συνέπειες για την Άρτα, αλλά ο ίδιος διέκοψε τις πολεμικές επιχειρήσεις και πήγε γιά θεραπεία τής ποδάγρας του στην Ιταλία, όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του το 1698.…Θεός σχωρέστον,
Το φθινόπωρο του 1675 έφυγαν και οι Στεφανόπουλοι, από το Καραβοστάσι και αυτοί, με το γαλλικό πλοίο Σωτήρ, πάνω από 700 άτομα (ίσως 1500). Πήραν μαζί τους κι’ άλλους Μανιάτες. Επικεφαλής ο δέκατος πρωτόγερος Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος-Κομνηνός, μαζί με τον επίσκοπο Μαϊνης Παρθένιο Καλκανδή. Αφού έκαμαν στάσεις στην Κεφαλονιά, στη Μάλτα, και στη Μεσίνα της Σικελίας, έφθασαν στην Γένοβα. Στο ταξίδι πέθαναν γύρω στους εκατόν είκοσι. Υπάρχει σχετικό κείμενο γραμμένο από τον παπά Νικόλαο Στεφανόπουλο στο Αιάκειο, περίπου 65 χρόνια αργότερα. Αφού έμειναν στη Γένοβα τρεις μήνες, όπου οι Αρχές ιταλοποίησαν τα ονόματά τους, τους έστειλαν στην Κορσική, και τους έδωσαν τις περιοχές Παόμια (Paomia), Σαλόνια (Salogna) και Ρεβιούντα (Reviuda), 50 χμ. από το Αιάκειο. Εκεί έχτισαν τός έτους πέντε χωριά (Pancore, Corona, Rondolino, Salici, Monterosso). Λέγεται πως το όνομα Παόμια προέρχεται από το Παρόμοια ή Πανόμοια, επειδή η περιοχή έμοιαζε με το Οίτυλο. Η διαφορετική θρησκεία, το ντύσιμο, η γλώσσα, η καλύτερη γεωργία, το προβάδισμα πολιτισμού, προκάλεσαν φθόνο. Όταν η Κορσική επαναστάτησε κατά της Γένοβας το 1729, οι Μανιάτες δεν έλαβαν μέρος πιστοί στη συμφωνία με τη Γένοβα. Οι ντόπιοι βρήκαν αφορμή και άρχισαν παρενοχλήσεις, καταστροφές, δηώσεις. Η κατάσταση αγρίευε, ο κίνδυνος μεγάλωνε, άντεξαν δύο χρόνια. Το 1731, ύστερα από 55 χρόνια που βρίσκονταν εκεί, αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τα πάντα και να καταφύγουν στο Αιάκειο. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός της αποχώρησης: Ο αρχηγός Ιωάννης με 80 παλικάρια επιτηρούσαν την πορεία από γυναικόπαιδα και γέρους προς Αιάκειο. Πριν προλάβουν να φύγουν και αυτοί, κατέφθασε πλήθος οπλισμένων Κορσικανών και εσπευσμένα οι Μανιάτες οχυρώθηκαν στον εγκαταλειμμένο παραθαλάσσιο πύργο Ομίνια (Omigna), και από εκεί τους αντιμετώπισαν επί τρεις μέρες, μέχρι το Μεγάλο Σάββατο. Ξημερώνοντας Πάσχα, χωρίς τρόφιμα και με λίγα πολεμοφόδια, έκαμαν ηρωική έξοδο και καταδίωξαν τους Κορσικανούς, από τους οποίους πολλοί στον πανικό τους έπεσαν στη θάλασσα. Ο απολογισμός ήταν λίγοι τραυματίες Μανιάτες και δεκάδες νεκροί και εκατοντάδες τραυματίες από τους αντίπαλους. Αφού σήκωσαν ανάσταση με τον παπά Νικόλα, πήραν τα λάφυρα (όπλα, τρόφιμα, άλογα, γιδοπρόβατα) και μπήκαν θριαμβευτές στο Αιάκειο υπό τις επευφημίες και τών ντόπιων. Όταν η Κορσική πουλήθηκε στη Γαλλία βρίσκονταν εκεί. Κάποιοι ανησύχησαν, από αυτούς άλλοι πήγαν στην Τοσκάνη και ενσωματώθηκαν, άλλοι στη Σαρδηνία και αφανίσθηκαν. Στο Αιάκειο έμειναν 43 χρόνια, μέχρι το 1774 που η Γαλλία τους παρεχώρησε περιοχή κοντά στο Αιάκειο ως αποζημίωση για την Παόμια και έχτισαν το Καρτζέζε (Cargese), δηλ. τις Καρυές. Αρκετοί παρέμειναν στο Αιάκειο, ένα μικρό τμήμα μετανάστευσε στην Αλγερία, που όμως έφυγε όταν ξέσπασε η Αλγερινή επανάσταση, και, άλλοι επέστρεψαν στην Κορσική, άλλοι πήγαν στη Γαλλία, όπου ακόμη υπάρχουν κάποιοι απόγονοί τους. Στο Καρτζέζε ζουν σήμερα περίπου 2.000. Την Δευτέρα του Πάσχα, γιορτάζουν τη νίκη τους στην Παόμια με λιτανεία και με τη σημαία των πρώτων αποίκων αναπεπταμένη. Ρίχνουν και ντουφεκιές στον αέρα, δημιουργείται ατμόσφαιρα και μαζεύεται πολύς κόσμος. Έχουν κρατήσει το ορθόδοξο τυπικό και τα λατρευτικά έθιμα, όμως είναι καθολικοί. Ουνίτες τους λένε οι ορθόδοξοι, Ελληνόρυθμους οι καθολικοί.
Ποία όμως σχέση έχουν οι Κομνηνοί-Στεφανόπουλοι με τους Βοναπάρτηδες; Η κύρια πηγή πληροφοριών, είναι το βιβλίο «Memoires de Madame la Duchesse d’Abrantès», «Απομνημονεύματα της Μαντάμ Δούκισσας ντ’ Αμπραντές». H δούκισσα ήταν κόρη της Πανώριας Στεφανόπουλου και λεγόταν Λάουρα. Γράφει πως από τις ακτές του Βοσπόρου, οι πρόγονοι της μητέρας της μετανάστευσαν στη μοναξιά του Ταϋγέτου, και τον Οκτώβριο του 1775, με αρχηγό τον Κωνσταντίνο Κομνηνό, 10ο Πρωτόγερο της Μάνης, εγκατέλειψαν την υιοθετημένη πατρίδα τους και εγκαταστάθηκαν σε ξένη γη εξορίας, στα βουνά της Κορσικής, γιατί προτίμησαν την εξορία, από τη σκλαβιά στους Οθωμανούς. Αναφέρει τη διαδρομή Μάνη-Γένοβα-Παόμια, την πολεμική περιπέτεια, την προσωρινή διαμονή το Αιάκειο, και την τελική εγκατάσταση στο Καρτζέζε. Δίδει την δική της καταγωγή από τον Ιωάννη Κομνηνό, τον αρχηγό στη μάχη τής Παόμιας, ο οποίος είχε πέντε παιδιά. Ο πρώτος έγινε αρχιεπίσκοπος των Ελλήνων στη Ρώμη, αλλά πέθανε 26 ετών. Την αρχηγία ανέλαβε ο άλλος γιός ο Κωνσταντίνος, που έκαμε τρεις γιούς και μία κόρη, την Πανώρια, την μητέρα της Λάουρας. Αυτός πέρασε πίκρες στη ζωή του, αρρώστησε από κατάθλιψη, και ήθελε να διακοπεί η γενιά του. Έτσι έστειλε και τα 3 αγόρια να γίνουν κληρικοί, για να μην κάμουν παιδιά, διότι στους καθολικούς ιερείς δεν επιτρέπεται ο γάμος. Όταν ο δεύτερος γιός, ο Δημήτριος, κατάλαβε πως ο πατέρας του, ήταν άρρωστος, εγκατέλειψε την εκκλησία, και έτρεξε στην Κορσική, αλλά δεν τον πρόλαβε ζωντανό, πέθανε αρκετά νέος. Ο Δημήτριος ήταν τότε 16 ετών. Η Γαλλία είχε πάρει την περιουσία τους και είχε αφαιρέσει τα προνόμια που είχαν από τη Γένοβα. Ο Δημήτριος όταν ενηλικιώθηκε πήγε στο Παρίσι και ζήτησε από το βασιλιά δικαίωση. Η κυβέρνηση τον αποζημίωσε για την περιουσία και ο βασιλιάς πείσθηκε πως ήταν απόγονος του τελευταίου αυτοκράτορα της Τραπεζούντας, του Δαβίδ Κομνηνού, και του έδωσε έγγραφο τίτλο. Η μητέρα τής Λάουρας, η Πανώρια, ήταν στενή φίλη με την μητέρα του Ναπολέοντα, τη Λετίτσια, είχαν την ίδια περίπου ηλικία και ήταν και οι δύο πολύ όμορφες. Ο πατέρας της, ο γάλλος Περμόν (προμηθευτής του γαλλικού στρατού), πήγε στην Κορσική με τα Γαλλικά στρατεύματα και εκεί γνώρισε την Πανώρια. Όταν γεννήθηκε ο Ναπολέων, η Πανώρια τον κρατούσε συχνά στην αγκαλιά της και τον κουνούσε στην κούνια. Η Λάουρα δεν είχε γεννηθεί ακόμη, όμως ο Ναπολέων ήταν παιδικός φίλος με την αδελφή της, που πέθανε μικρή. Στο σπίτι των Βοναπάρτηδων η Πανώρια, και ο πατέρας τού Ναπολέοντα μιλούσαν συχνά Ελληνικά. Στην πόλη Μοντπελιέ (Montpellier) στη νότια Γαλλία, όπου έζησαν ένα διάστημα με τις δουλειές του πατέρα της, ο πατέρας τού Ναπολέοντα, που είχε πάει εκεί για λόγους υγείας, πέθανε στα χέρια της Πανώριας. Ο Ναπολέων ήταν τότε στη Σχολή στο Παρίσι. Κηδεμόνας του ανέλαβε ο Δημήτριος, ο αδελφός της Πανώριας, που βρισκόταν ήδη στο Παρίσι. Όταν πέθανε και ο πατέρας της Λάουρας, πήγαν με τη μητέρα της στο Παρίσι. Στο σπίτι τους σύχναζε ο νεαρός και πεινασμένος αξιωματικός Ναπολέων Βοναπάρτης. Τον κορόιδευε, γιατί τον εύρισκε ασουλούπωτο, φορούσε ψηλές και φαρδιές μπότες, και όπως ήταν μάλλον κοντός της φαινόταν σαν ένα κεφάλι να περπατάει πάνω σε δύο μπότες. Το σημαντικότερο τμήμα του βιβλίου σχετικά με τη Μάνη, είναι εκείνο που αναφέρεται στην έκ Κομνηνών Μανιάτικη καταγωγή του Ναπολέοντα. Μεταφράζω από το βιβλίο: «Όταν ο 10ος Πρωτόγερος της Μάνης Κων/νος Κομνηνός έφθασε στην Κορσική το 1676 ως επικεφαλής τής Ελληνικής αποικίας, είχε πολλούς γιούς. Ένας λεγόταν Καλόμερος. Τον έστειλε στη Φλωρεντία σε αποστολή στον Μέγα Δούκα της Τοσκάνης. Ο Κων/νος πέθανε και ο Μέγας Δούκας έπεισε τον νεαρό Έλληνα να εγκατασταθεί στην Τοσκάνη. Μετά από καιρό κάποιος με όνομα Καλόμερος ήλθε από την Τοσκάνη και εγκαταστάθηκε στην Κορσική. Οι απόγονοί του σχημάτισαν την οικογένεια των Βοναπάρτηδων, επειδή το Καλό-μέρος ιταλοποιήθηκε κατά λέξη στο Μπουόνα-πάρτε. Το μόνο ερώτημα που αναφύεται είναι αν ο Καλόμερος που έφυγε απ’ την Κορσική και ο Καλόμερος που ήλθε στην Κορσική, έχουν άμεση σχέση. Δύο γεγονότα πάντως είναι σίγουρα. Η αναχώρηση του ενός και η άφιξη του άλλου. Το όνομα Καλόμερος δεν θα μπορούσε να το έχει άλλος, εκτός από Έλληνα. Οι Κομνηνοί αναφερόμενοι στους Βοναπάρτηδες τους αποκαλούσαν Καλομεριάνους. Είχαν πολύ στενή σχέση». Αυτά και πολλά άλλα γράφει η Λάουρα, στο πάνω από 600 σελίδες βιβλίο της. Όταν ο Ναπολέων έγινε πρώτος ύπατος, την πάντρεψε με τον υπασπιστή του Ζυνό, που αργότερα τον έκαμε στρατηγό και δούκα d'Abrantès, λόγω της επιτυχούς έκβασης της εκστρατείας στην Πορτογαλία, που ήταν διοικητής, και μεταξύ άλλων κατέλαβε και την πόλη Αμπραντές, για την οποία υπήρχε ήδη Πορτογαλικός τίτλος δούκα. Ο γάμος δεν υπήρξε ευτυχής, η ζωηρή Λάουρα συνδέθηκε κατά καιρούς με διάφορους, μεταξύ αυτών ο Μέτερνιχ, πρεσβευτής τότε της Αυστρίας στο Παρίσι, επίσης ο συγγραφέας Ονορέ ντε Μπαλζάκ. Ο άνδρας της αυτοκτόνησε. Ο Ναπολέων ενοχλημένος από τη διαγωγή της, την έδιωξε από το Παρίσι, αυτή όμως κατάφερε και γύρισε. Μετά την πτώση τού Ναπολέοντα, ο εραστής της Μπαλζάκ την ενθάρρυνε και την βοήθησε να γράψει το βιβλίο. Περιέχει ανακρίβειες, κουτσομπολιό, και κακία για τον Ναπολέοντα. Ο Γάλλος συγγραφέας Γκωτιέ (Gautier), ειρωνικά την ονόμαζε Αμπρακαντάντες (Abracadάntes).. Πέθανε φτωχή σε γηροκομείο, 54 ετών. Στον τάφο της διαβάζει κανείς: «Εδώ κείται Κομνηνού Δούκισσα ντ’ Αμπραντες». Ένας γάλλος καθηγητής, ονόματι Hanin, ο οποίος πριν από τη Γαλλική επανάσταση διετέλεσε πρεσβευτής στο Μόναχο, ασχολήθηκε με το γενεαλογικό δένδρο των Βοναπάρτηδων και βεβαίωνε πως η καταγωγή τους ήταν Ελληνική, από τους Κομνηνούς τής Κορσικής.
Αδιαμφισβήτητα πάντως ιστορικά γεγονότα είναι τα ακόλουθα: Κατά την πρώτη του εκστρατεία στην Ιταλία ο Ναπολέων το 1797 έστειλε από την Τεργέστη στον μπέη της Μάνης Τζανέτο Γρηγοράκη, απαντητική επιστολή με τους συμπατριώτες του Kορσικανούς Δήμο & Νικόλαο Στεφανόπουλο, οι οποίοι όταν επέστρεψαν στο Παρίσι έγραψαν βιβλίο με τις εντυπώσεις τους από τη Μάνη. Γράφει ο Ναπολέων: «Ο Στρατηγός Διοικητής τού εν Ιταλία στρατού, Βοναπάρτης, προς τον αρχηγόν τού ελευθέρου λαού της Μάνης. Πολίτα, έλαβον εν Τεργέστη την επιστολήν σας, δι' ης μοί εκφράζετε την επιθυμίαν σας να φανήτε ωφέλιμος τη Γαλλική Δημοκρατία, δεχόμενοι εις τους λιμένας σας τα πλοία της. Πιστεύω ότι θέλετε τηρήσει την υπόσχεσίν σας, με πίστιν αρμόζουσαν εις τους απογόνους των Σπαρτιατών. Η Γαλλική Δημοκρατία δεν θέλει φανή αχάριστος προς το έθνος σας. Σε ότι δε, αφορά εμέ, θέλω δεχθή ευμενώς πάντα βουλόμενον εξ υμών, να έλθη προς εμέ εκ μέρους σας, και ουδέν επιθυμητότερον, ει μη να υπάρχη συμφωνία, μεταξύ δύο εθνών αγαπώντων εξ ίσου την ελευθερίαν. Σας συνιστώ τους κομιστάς της παρούσης, οίτινες είναι επίσης απόγονοι των Σπαρτιατών. Εάν δεν εξετέλεσαν μεγάλα πράγματα, είναι ότι δεν ευρέθησαν εις μεγάλους κύκλους δράσεως. Υγεία και αδελφότης, Βοναπάρτης». Οι Μανιάτες έστειλαν ως δώρο ένα αγαλματίδιο της Ελευθερίας, που είχε βρεθεί στην Παλαιόπολη του Γυθείου, και κρατούσε δόρι στο δεξί, στεφάνι και πίνακα με νόμους στο αριστερό, και στο κάτω μέρος έγραφε «Νίκη ή Θάνατος». Ο Ναπολέων έστειλε στο Γύθειο ένα καράβι με πολεμοφόδια, όμως οι Τούρκοι το αντιλήφθηκαν, βομβάρδισαν το Γύθειο, και πήραν το φορτίο, 90 καντάρια πυρίτιδα, και 40 καντάρια βόμβες. Στη βιβλιοθήκη του Ναπολέοντα βρέθηκε φάκελος με το δένδρο καταγωγής τού Δημητρίου και με τα επίσημα στοιχεία αναγνώρισης εκ μέρους τού βασιλιά, δηλ. ο τίτλος του πρίγκιπα, το δικαίωμα να χρησιμοποιεί ως έμβλημα τον Βυζαντινό δικέφαλο αετό με το στέμμα, και τον τίτλο μέλους επί τιμή της βασιλικής αυλής. Στη Σχολή Ευελπίδων ο Ναπολέων είχε γράψει μία εργασία με τίτλο, «Απομνημονεύματα, σχετικά με την εκπαίδευση των νεαρών Μανιατών» (Memoires sur l’education des jeunes Maniόtes). Είναι προφανές, πως νεαρός στο Αιάκειο, είχε εντυπωσιαστεί από τους Μανιάτες. Στην εκστρατεία της Αιγύπτου συμμετείχε στη στρατιά του και μία Ελληνική λεγεώνα με διοικητή κάποιον Τσεσμελή ή Παπάζογλου Νικόλαο, που αργότερα έγινε συντ/ρχης του Γαλλικού στρατού. Ο Κολοκοτρώνης είχε αποφασίσει να πάει στο Παρίσι και να συναντήσει τον Ναπολέοντα για βοήθεια, δεν πήγε όμως, είπε πως οι ξένοι μεγάλοι σε εκμεταλλεύονται, οι Έλληνες πρέπει να το πετύχουν μόνοι τους. Στην Ελληνική επανάσταση ήλθε εθελοντής και πέθανε ο Παύλος Βοναπάρτης (Paul Bonaparte), ανιψιός του Ναπολέοντα, από τον αδελφό του Λουκιανό. Ο Αλέξανδρος Σούτσος, στο ποίημα του, «Ο Περιπλανώμενος», γράφει:
Διετήρει αίματός του εις τα φλέβας του ρανίδα
Ο Κορσικανός, ο έχων τον Ταΰγετον Πατρίδα
Και εις μίαν μόνην ώραν
Την γην παίξας, την γήν χάσας
Εις του Βατερλώ την χώραν»!
Ο Ναπολέων ουδέποτε απεδέχθη την όποια καταγωγή. Ερωτηθείς κάποτε, είπε πως η γενιά του αρχίζει από τον ίδιο.

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2009

Η ΕΠΟΠΟΙΙΑ «ΑΛΜΥΡΟΣ-ΔΙΡΟΣ-ΠΟΛΥΑΡΑΒΟΣ»
Πιστεύω, και έχω επ’ αυτού αρθρογραφήσει σε πολλές Μανιάτικες εφημερίδες, πως η εποποιία «Αλμυρός-Διρός-Πολυάραβος», πρέπει να εορτάζεται ως ενιαία τρισυπόστατη οντότητα, χωρίς σοβινιστικούς τοπικισμούς και αντιπαλότητες, που ζημιώνουν την ΙΔΕΑ τής Μάνης. Οι τρεις αυτές δοξασμένες Μανιάτικες μάχες, είναι ακριβώς εκείνες που κυρίως έδωσαν το στίγμα, τής, γεωγραφικά και γενεαλογικά ενιαίας περιοχής. Ας μην είναι η αιτία, (ή έστω η αφορμή), διχαστικών εκφάνσεων με περιφρονητικές απολήξεις. Συμβατός προς αυτήν την ιδέα, θα είναι ο λόγος που θα αρθρώσω, με σεβασμό θα υμνήσω τήν Μανιάτικη εποποιία.
Δόξα στο πνεύμα των αρχαίων προγόνων, αιώνιον φωτός πηγήν.
Δόξα στα όπλα ηρώων νέων, που ετίμησαν αυτήν την Γην.
Τoν Φεβρουάριο 1825 ο Ιμπραήμ αποβιβάζει στη Μεθώνη 4,5 χιλ. στρατό, αμαχητί. Θα μπορούσαν να τον συντρίψουν, δυστυχώς όμως οι προσωπικές έχθρες των κυβερνώντων την Ελλάδα, οι ταξικές αντιθέσεις, ο τοπικισμός, τα δάνεια με τις λίρες, είχαν οδηγήσει το Έθνος, στην δυστυχέστερη ίσως περίοδο του Αγώνα, μαινόταν ο δεύτερος εμφύλιος. Ο Ιμπραήμ επωφελείται, και τον Μάρτιο καταλαμβάνει αμαχητί και την Κορώνη. Προβαίνει σε λεηλασίες και σε δηώσεις. Κινείται προς Ναβαρίνο, νικά στο Κρεμμύδι, τα κυβερνητικά στρατεύματα φοβήθηκαν και έφυγαν για τη Ρούμελη. Νέες ενισχύσεις στη Μεθώνη. Καταλαμβάνει την Σφακτηρία, το Παλιόκαστρο, το Νιόκαστρο. Τον Μάιο νικά στο Μανιάκι, σε μία κατάφορα άνιση μάχη. Το λεφούσι που έσερνε, «σκέπαζε όλον τον τόπον, όσον βλέπει το μάτι ανθρώπου». Ο Παπαφλέσσας με 900 που δεν κιότεψαν κι’ έμειναν, μίλησε για Λεωνίδια μάχη. Από τους εκατόν είκοσι Μανιάτες με τον Πιέρρο Βοϊδή, δεν έφυγε ούτε ένας. «Πάμε στα ταμπούρια μας, και όποιος θα μείνει γιαμά, ας ακούει των γυναικών τα μοιρολόγια». Οι περισσότεροι έπεσαν· κι’ ο Παπαφλέσσας, κι’ ο Βοϊδής. Το Μανιάτικο ταμπούρι, το πιό δυνατό, κράτησε ως το τέλος. Οι Μανιάτισσες πολλούς μοιρολόγησαν. Πλάι στις Θερμοπύλες, πλάι στην Αλαμάνα,.. το Μανιάκι.
Πριν προχωρήσει προς Τρίπολη, καταλαμβάνει την Κυπαρισσία, την Καλαμάτα, τις Κιτριές, τον Αλμυρό. Δεν ήταν έτοιμος ακόμη, δεν τόλμησε να μπει στη Μάνη. Τον Ιούνιο στην Πολιανή-Τραμπάλα-Βέρβενα,..άρχοντας στην Τρίπολη. Κινείται προς Ναύπλιο, στους Μύλους βρήκε αντίσταση, πάει στο Άργος, φοβάται όμως το πάθημα τού Δράμαλη, καίει το Άργος και γυρίζει στην Τρίπολη. Στο Ναβαρίνο κι΄ άλλες ενισχύσεις. Τον Ιούλιο καίει την Αλωνίσταινα και τη Μαγούλιανη. Τον Αύγουστο αιχμαλωτίζει 800 γυναικόπαιδα στο Κυπαρίσσι, καίει Φιλιατρά, Γαργαλιάνους, Λαγουδίτσα. Τον Οκτώβριο ξεκινά γιά το Μεσολόγγι, για να αντικαταστήσει τον Κιουταχή, με εντολή του Σουλτάνου. Τέτοια φήμη στρατηλάτη είχε αποκτήσει. Στην διαδρομή φωτιά στον Πύργο και στη Γαστούνη, σφαγή στο Χλομούτσι, στην Ανδραβίδα, στα Λεχαινά. Τέλη Δεκεμβρίου φθάνει στο Μεσολόγγι και το πολιορκεί σκληρότερα από τον Κιουταχή. Τον Απρίλιο η ηρωική έξοδος. Γυρίζει στον Μοριά, καμένη γης και όλεθρος, Καστράκι Καλαβρύτων, Αγ. Λαύρα, Μέγα Σπήλαιο, Κερπινή, Ανδρίτσαινα, φθάνει στη Μεθώνη. Τον ενδιαφέρει η Μάνη. Στις 29 Μαϊου στέλνει «μπουγιουρντί» στούς Μανιάτες, προσκύνημα, άλλως δέν θα αφήσει «μήτε ίχνος οσπιτίου». Είχε μείνει μόνο η Μάνη, και θέλησε να τελειώσει και με αυτήν. Πίστευε πως η κατάκτηση αυτού του άγριου τόπου, που ο πληθυσμός μετριέται με τουφέκια, και που, επί τόσους αιώνες άπαρτος έμεινε, θα ήταν η ολοκλήρωση τής εκστρατείας του. Βιάζεται να τον υποτάξει. Τον είχαν μεθύσει, οι τόσες επιτυχίες του. Γι΄ αυτό τις απαρίθμησα, για να φανεί ποίον αντίπαλον ευτέλισε, μία μικρή γη Μάνη. Οι Μανιάτες έδωσαν το δικό τους «Μολών Λαβέ», απαντούν πως τον περιμένουν «με όσες δυνάμεις θελήσει». Ο Ιμπραήμ οργίζεται, και ξεκινάει να κάψει τα «οσπίτια», και να σφάξει, κάμνοντας περίπατο, όπως νόμιζε. Δύο φορές προσπάθησε, μία από την δυτική κλιτύ του Ταϋγέτου, και μία από την, ανατολική. Απέτυχε και στις δύο.
(Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σημειώσω, πως στο τεράστιο έφιππο άγαλμα του Ιμπραήμ, που είδα στο προαύλιο τού Πολεμικού μουσείου του Καϊρου, είναι καταγραμμένες όλες οι νίκες του, και το Μεσολόγγι. Πουθενά όμως, ο Αλμυρός, ο Διρός, ο Πολυάραβος).
Η 1η εκστρατεία, 21 έως 24 Ιουνίου 1826 στον άξονα «Αλμυρός-Διρός», ξεκίνησε με έναν υπερόπτη Ιμπραήμ, μεθυσμένο από τη δόξα του. Στις 21 Ιουνίου, οι Μανιάτες ταμπουρώνονται στη «Βέργα», περίπου 3.000, μαζί και Μεσσήνιοι, με αρχηγούς, τον Αναστάση Μαυρομιχάλη, τον Κατσάκο, τον Κουμουνδουράκη, τον Τρουπάκη, τον Γρηγοράκη, τον Πιερράκο και άλλους. Ο Ιμπραήμ με παραπλάνηση προσπαθεί να αποτρέψει την οχύρωση, ο στόλος βομβαρδίζει τα παράλια από Τραχήλα μέχρι Κιτριές. Αποτυγχάνει. Την επομένη στέλνει τον Κεχαγιά με 7 χιλ. πεζούς και ιππείς να σαρώσει την βέργα. Πίσω όμως από την βέργα στέκονταν τα χαλύβδινα τείχη της Μάνης. Δέκα γιουρούσια, δέκα ώρες, μέχρι αργά το απόγευμα. Τότε, ένα τμήμα από τα Σκυφιάνικα με προώθηση ερπυσμού βρίσκεται στα νώτα των αιγυπτίων και προκαλεί πανικό και φυγή, οι αιγύπτιοι έχασαν πάνω από τρακόσους, ούτε 10 οι Μανιάτες. Με την βοήθεια Γάλλων αξιωματικών ο Ιμπραήμ καταστρώνει σχέδιο μεγαλοφυές Ναπολεόντειας σύλληψης, κατά το αξίωμα τής Πολεμικής Τέχνης, «εκ του ισχυρού προς το ασθενές», ήτοι, πρώτον, απόβαση στον Διρό με διττό στόχο την κατάληψη τής ευάλωτης πλέον Μέσα Μάνης, της οποίας το αξιόμαχο δυναμικό είναι συγκεντρωμένο στην Βέργα, και την εξασθένηση τής Βέργας από φόβο γιά τις οικογένειες τους. Και δεύτερον, εγκλωβισμός τής Βέργας σε θανάσιμη τανάλια με μετωπική επικέντρωση δυνάμεων εμβολισμού διάνοιξης ρήγματος στο χαμηλό τμήμα, και με εκ των νώτων προσβολή τών αμυνομένων από αποβατικό άγημα όπισθεν των γραμμών.
Στις 23 Ιουνίου, με μία συνδυασμένη επιχείρηση, χτυπούσαν την Βέργα, και αποβιβάζονταν στον Διρό.
Στη Βέργα γρήγορα ανασχηματίσθηκαν, απώθησαν και καταδίωξαν τον εχθρό μέχρι την Αγία Σιών. Ένα τελευταίο γιουρούσι την επομένη κατά της Βέργας ξεψύχησε πριν καλά γεννηθεί, γλίτωσαν μάλιστα την ολοκληρωτική σφαγή από νυκτερινή επιδρομή στο στρατόπεδο τους, που οι Μανιάτες σχεδίαζαν,.. κάτι υποψιάστηκαν και έφυγαν πίσω από τον Νέδα. Η Βέργα δικαιούται μία θέση, στον πα-γκόσμιο κατάλογο σημαντικών μαχών. Ως Στρατηγικός Ελιγμός επιλογής τού πεδίου της μάχης, που οι Μανιάτες, ανά-γκασαν τον εχθρό να αποδεχθεί, και ως τακτική μάχης, με την εύ-καμπτη δομή τού σχεδίου, στην εκ δεξιού υπερκέ-ραση, και στην, άμ-εση ενίσχυση τού αριστερού, η οποία ανέ-στρεψε τον αιφνιδιασμό της εχθρικής επίθεσης, σε άντεπιθετική καταδίωξη.
Στον Διρό βρισκόταν η γρανιτένια ψυχή της Μανιάτισσας με το δρεπάνι της και με τις τρομερές κραυγές της, αλλά και το κουράγιο των γερόντων και των ιερέων. Ξημερώματα αποβιβάστηκαν περίπου 1500. Οι ιερείς σήμαναν τις καμπάνες, μαζεύτηκαν κάπου 600 με ό,τι εύρισκαν για όπλο. Στα απόκρημνα άκρα οι άνδρες, κυρίως γέροντες, στο κέντρο οι γυναίκες. Πρώτες όρμησαν χτυπώντας εκ του συστάδην με τα αγχέμαχα δρεπάνια τους, με τόση ορμή, με τέτοιες κραυγές, στις οποίες σεκόντο έκαναν οι γέροντες, που οι αιγύπτιοι κάτω από πρωτόγνωρη κατάσταση, αλλόφρονες και πλήρως αιφνιδιασμένοι, τρέπονται σε φυγή ποδοπατούντες & ποδοπατούμενοι. Οι γέροντες κλείστηκαν σε πύργους. Στην Αρεόπολη από τον πύργο Πικουλάκη χτύπησαν με πυροβόλο, έκαμαν και έξοδο, φοβήθηκαν οι αιγύπτιοι και υποχώρησαν. Υποχώρησε και το ασκέρι προς Χαριά και Πύργο υπό τα συνεχή πυρά από τους πύργους, τούς καταδίωξαν, άνδρες, γυναίκες, ακόμη και παιδιά, με τους ιερείς επικεφαλής, τούς προκάλεσαν μεγάλες απώλειες. Ο Ιμπραήμ λυσσά, ξαναδοκιμάζει την επομένη, γιά κακή του όμως τύχη έρχονται 300 με τον Γιώργη Μαυρομιχάλη , που πήγαιναν στον Αλμυρό και ανέστρεψαν πορεία. Η σφαγή πήρε τρομερές διαστάσεις, πάνω από τους μισούς χάθηκαν. Οι γυναίκες άνδρες γεγόνασιν. Η Πανώρια Βοζίκη, με το δρεπάνι της θέρισε τα κεφάλια δύο τούρκων, που είχαν συλλάβει τον γέρο πατέρα της. Αλλά και μία άλλη που ρίχθηκε στη θάλασσα και έσυρε έξω τον αιγύπτιο που πήγαινε να τις ξεφύγει, σκοτώνοντάς τον για το κακό που έπαθε, από το κάψιμο των σπαρτών.
Ο Ιμπραήμ ντροπιασμένος πηγαίνει στην Τρίπολη. Προσωρινή είπε ήταν η αποτυχία. Ετοιμάζεται να ξανάρθει. Τέλη Ιουλίου ξεκινά από την Τρίπολη με τρεις φάλαγγες, περνά από την Κυνουρία, κατέρχεται τον Πάρνωνα, λεηλασίες, σφαγές, καταστροφές, τίποτα όρθιο. Άγ. Πέτρος, Καστρί, Άγιαννης, Μελιγγού, Άστρος, Πραστός, Κρεμαστή, Βρονταμάς. Η Κρεμαστή πολιορκήθηκε τρεις μέρες, χωρίς νερό, χωρίς τροφή, οι περισσότεροι προτίμησαν τον γκρεμό. Όμως στον Βασαρά λαχτάρισαν από τους Νικηταρά-Πλαπούτα-Γενναίο Κολοκοτρώνη, εγκατέλειψαν μάλιστα 300 αιχμαλώτους και 1.200 γιδοπρόβατα. Μέσα Αυγούστου μαζεύονται στον Μυστρά. Ο Ιμπραήμ δεν χασομερά στο Κάστρο του Μυστρά, το αφήνει, δεν το καίει, τον καίει η Μάνη. Ένας μικρός πύργος στο Μεχμέτμπεη (στα Χανια της Τάραψας) τον παρενοχλεί, ορμά, οι τριάντα κι’ ο παπάς που ήταν μέσα του αντιβγήκαν επί μέρες, τινάζει τον πύργο με λαγούμι, με τα σπαθιά τους άνοιξαν δρόμο, τρείς… τους πήρε μαζί του ο πύργος.
Στις 21 Αυγ. 1826 αρχίζει η δεύτερη εκστρατεία κατά της Μάνης, στον άξονα «Μυστράς-Πολυάραβος», και πεθαίνει (τόσο αυτή, όσο και κάθε σκέψη επανόδου), στις 28 Αυγ. Ανεβαίνει τα Μπαρδουνοχώρια, στην Αναβρυτή, από το διάσελο στην Κακιά Σκάλα, στη ράχη τού Ταϋγετου, ατενίζει τον κακοτράχαλο μισητό τόπο της Μάνης. Αρχίζει να κατηφορίζει στα εξωχώρια, ήθελε μέσω Καρδαμύλης να αιφνιδιάσει τους Μανιάτες από δυτικά. Συναντά ισχυρή αντίσταση, ανακόπτεται, οπισθοχωρεί, στο Σορό και στην Κακιά Σκάλα το τελικό χτύπημα, τον αναγκάζουν να αναστρέψει πορεία. Ίσως και να θυμήθηκε το πάθημα Τουρκαλβανών στην Ανδρούβιστα περίπου πριν ένα αιώνα, για το οποίο ο Νηφάκος με κάποια δικαιολογημένη υπερβολή λέει «ο ένας κόβει εκατό, οι εκατό χιλίους, και τους ανεμοσκόρπισαν, τους έκαμαν αθλίους». Οι Γάλλοι σύμβουλοί του, ιδίως ο συν/ρχης Σελβ, που τούρκεψε κι΄ έγινε Σαλιμάνμπεης, ίσως τού μίλησαν για τον Αννίβα και τον Ναπολέοντα που διέβησαν τα Λευκά Όρη, κι’ ήθελε κι’ ο ίδιος να αιφνιδιάσει τους Μανιάτες διελαύνοντας τον Ταϋγετο. Τρομάρα του. Επιστρέφει στο Μεχμέτμπεη και με δύο φάλαγγες ακολουθεί την ανατολική κλιτύ του Ταϋγέτου. Η μία φάλαγγα προελαύνει προς Μέσα Μάνη, περνά τον Πασαβά, στην διάβαση «Μανιάκοβα-Λαγκάδα» περίμεναν 300 με τον Κοσονάκο και τον Γιώργη Μαυρομιχάλη, καταφθάνει κι’ ο Κατσάκος μ’ άλλους τόσους και χτυπά απ’ τα νώτα, οι αιγύπτιοι πανικοβάλλονται, τρέπονται προς Πασαβά-Γύθειο. Η δεύτερη φάλαγγα με τον ίδιο τον Ιμπραήμ, αφού λαφυρολόγησε την περιοχή Κροκεές-Έλος, φθάνει στο Γύθειο και αρχίζει να ανηφορίζει την ορεινή διαδρομή τού Μαλευρίου, Αρχοντικό, Άγ. Νικόλαος, Πολυάραβος, κι’ από εκεί Κρυονέρι, Οίτυλο, Κελεφά, Αρεόπολη. Η Μάνη ολόκληρη στα πόδια του. Χρειάζεται οδηγό, βρίσκει κάποιον, μία νέα Ανόπαια οδός. Στέλνει μαζί του 6 χιλ. ως εμπροσθοφυλακή. Στην Δεσφίνα σκόνταψε. Ο πύργος του Θόδωρου Σταθάκου έκλεινε το δρόμο, ζούσε εκεί με τη γυναίκα του, τα δυό του παιδιά και έναν υπηρέτη, την ημέρα εκείνη βρίσκονταν και μερικοί συγγενείς. Ο οδηγός συγγένευε μαζί του και προσπάθησε να διαπραγματευθεί, ο Θόδωρος προσποιείται πως δέχεται, ο οδηγός πλησιάζει με δύο αιγύπτιους, τους σκότωσαν με μπαταριές. Αμύνθηκαν στον πύργο ηρωικά επί ώρες, τον χτύπησαν όμως με πυροβόλο και τον πυρπόλησαν.
Θεόδ. και Κυρ. Σταθάκος - Δημ. Πουλάκος - Γεώργ. Ψευτολάκος – Ευστάθ. Κυριάκος - Γυναικόπαιδα.
Η Πατρίδα υποκλίνεται-Πρέπει.
Η καθυστέρηση έδωσε χρόνο να προστρέξουν ενισχύσεις, Ηλίας Τσαλαφατίνος, Παναγ.-Γιώργ.-Νίκος Γιατράκος, Γιώργης και Κων/νος Μαυρομιχάλης, Ηλίας Κατσάκος, μαζεύονται πάνω από χίλιοι άνδρες και γυναίκες, ταμπουρώνονται στον Προφήτη Ηλία, στην είσοδο τής στενωπού Δερβένι-Φούρκα, στο Σταβροπυργάκι. Πλησιάζει ένα τμήμα ανιχνευτών, σε απόσταση βολής το καλωσορίζουν, δύο γλύτωσαν, τα μαντάτα στον διοικητή τους Χουνσήμπεη. Αυτός διατάσσει μαζική επίθεση «εφ’ όπλου λόγχην», όμως, μετά τις εύστοχες μπαταριές που δέχτηκαν, την επίθεση την έκαμαν με όπισθεν. Ανασυντάσσονται, νέα επίθεση, νέα απόκρουση. Ο Χουνσήμπεης φοβάται την οργή τού Ιμπραήμ, είχε φθάσει μεσημέρι, τρίτη έφοδος, πάση δυνάμει τώρα, μάχη σώμα με σώμα. Δεν άντεξαν οι αιγύπτιοι, σκόρπισαν κυνηγημένοι. Ο Ιμπραήμ ρίχνει στην μάχη κι΄ άλλες μονάδες. Εφαρμόζει τον γνωστό Ναπολεόντειο ελιγμό: «κατά μέτωπον απασχόληση, και έκ του πλευρού υπερκέραση», ένα συγκρότημα πεζικού θα απασχολήσει τους Μανιάτες μετωπικά σε επίθεση παραπλάνησης, την ώρα που ένα άλλο συγκρότημα πεζικού και πυροβολικού θα εκτελέσει υπερκέραση εκ του δεξιού προς Κουρκουτσίλι, με στόχο την κατάληψη του υψώματος 1037. Ένα τρίτο συγκρότημα εφεδρεία. Ο ελιγμός του Άουστερλιτς…. Μόνο που ο Ιμπραήμ δεν ήταν Ναπολέων. Τα πυροβόλα άργησαν να μετακινηθούν, πήγαν στη θέση τους στις 7 το απόγευμα. Η επίθεση ξεφούσκωσε, το σχέδιο απέτυχε. Η νύχτα διέκοψε τη μάχη. Οι Μανιάτες χωρίς να έχουν επιτελικά πτυχία και στρατιωτικούς συμβούλους (ήταν οι ίδιοι) προέβησαν σε τακτικό ελιγμό υποχώρησης σε ευνοϊκότερη θέση άμυνας, πήγαν νυχτιάτικα και με πάσαν μυστικότητα στην Λάκκα Στεφανάκου, στην έξοδο τής στενωπού Δερβένι-Φούρκα. Στις 4 το πρωί οι αιγύπτιοι δεν είχαν αντιληφθεί ακόμη πως οι Μανιάτες έλειπαν, επιτέθηκαν στους βράχους, σαν τον Δον Κιχώτη στους ανεμόμυλους. Ο Ιμπραήμ διατάσσει το μικτό συγκρότημα πεζικού-πυροβολικού να εκβιάσει τη στενωπό και να καταλάβει το χωριό Πολυάραβος. Η εμπροσθοφυλακή αποδεκατίσθηκε. Οκτώ το πρωί. Ο Οσμάνμπέης ξανά στην επίθεση με όλη τη δύναμη και με υποστήριξη πυροβολικού. Οι οβίδες δεν εύρισκαν τους Μανιάτες, μόνο κρότο έκαναν, οι Μανιάτες τους χλεύαζαν, και τους προκάλεσαν βαριές απώλειες, τους ανάγκασαν σε υποχώρηση. Αναλαμβάνει την άμεση διοίκηση ο ίδιος ο Ιμπραήμ. Εντοπίζει το μονοπάτι Στενοδιάβατα που οδηγούσε στη Λάκκα Στεφανάκου στο αριστερό πλευρό των αμυνομένων. Το μεσημέρι εξαπολύει μετωπική επίθεση παραπλάνησης στο Δερβένι-Φούρκα, και στέλνει τον Χουνσήμπέη στα Στενοδιάβατα. Είναι πρόδηλο πως τα σχέδια μάχης ήταν Γαλλικής-Ναπολεόντειας φιλοσοφίας, αν δεν είχε Μανιάτες απέναντι του, οι επιτυχίες του θα συνεχίζονταν. Ο ελιγμός απέτυχε, η πορεία στα Στενοδιάβατα βράδυνε και έγινε αντιληπτή από τους Μανιάτες, νύχτωσε. Δεύτερη τακτική υποχώρηση, και οχύρωση των Μανιατών στο χωριό Πολυάραβος, κάτω από τον επιβλητικό όγκο Ζίζιαλι με 1469 μέτρα ύψος. Ήλθαν ενισχύσεις, έγιναν όλοι 2.000. Το ηθικόν τους ακμαιότατον. Οι αιγύπτιοι καταπονημένοι, αποθαρρημένοι, διψασμένοι. Ο Ιμπραήμ ήθελε όμως τη Μάνη, χωρίς αυτήν η Επανάσταση ζούσε,… το έργο του χαμένο.
Τελευταία μάχη, 28 Αυγούστου. Μετωπική επίθεση ο κύριος όγκος του στρατού,.. κομάντος από την ανατολική κλιτύ τής Ζίζιαλι προς Άγιο Βλάση και αιφνιδιασμός τού αριστερού των αμυνομένων. Ένα ακόμη σχέδιο αξιοσημείωτο. Οκτώ το πρωί εκδηλώθηκε η επίθεση, με πολύ αργό ρυθμό, στις 11 βρίσκονταν σε απόσταση βολής. Η μάχη γρήγορα άρχισε να κλείνει υπέρ των Μανιατών. Ο Ιμπραήμ παροτρύνει, απειλεί, ενεργοποιεί τις εφεδρείες του, στις 2 μετά το μεσημέρι κάτι είχαν καταφέρει. Οι Μανιάτες αποφάσισαν να δώσουν τέλος. Μετά από ομοβροντίες πυκνών πυρών που ανέκοψαν την προώθηση, σαν αετοί αντεπιτέθηκαν, «η Παναγιά μαζί μας», και έτρεψαν σε φυγή τον εχθρό, τον καταδίωξαν μέχρι τον Προφήτη Ηλία. Οι κομάντος, (ο Αλλάχ να τους κάμει κομάντος), το έβαλαν στα πόδια πανικόβλητοι.
Ελένη Αναειπόνυφη, μιά ηρωίδα, ανηφόριζε με δυσκολία την πλαγιά, έχοντας αγκαλιά τα δυό μωρά της, η ζώνη της μισολυμένη, ένας αιγύπτιος την τράβηξε. Η Ελένη είχε δέσει τις οικονομίες της εκεί, απόθεσε στο έδαφος τα δυό παιδιά και άρπαξε τον κόμπο. Πιο δυνατός την τράβηξε στην κατηφόρα ο αιγύπτιος. Αφήνει τότε εκείνη απότομα το άκρο, κι’ ανάσκελα ο αράπης, πριν καταλάβει τί συνέβη, την ξιφολόγχη του η Ελένη κάρφωσε στο στήθος του.
Ο Ιμπραήμ προσπαθεί για νέο γιουρούσι, μιλάει για τις νίκες του, Μεσολόγγι, Μανιάκι, Τρίπολη, αρνούνται, απαντούν πως θα χαθούν όλοι. Οι τρομεροί πολεμιστές - γιά τους μή Μανιάτες φυσικά - επιδόθηκαν σε αγωνιώδη φυγή επιβίωσης, οι δυστυχόμοιροι που βρήκαν στο δρόμο τους Μανιάτες. Πάνω από 1100 οι νεκροί τους. Εικοσιοκτώ από ‘δώ. Η τρίτη ταπείνωση τού Ιμπραήμ, από τους Μανιάτες. Πάλι ντροπιασμένος. Πριν πάει στην Τρίπολη ήθελε να μετριάσει την ντροπή του με κάποια νίκη, στη Μονεμβάσια τιμωρεί τους Έλληνες που εκπόρθησαν το κάστρο.
Η Μάνη ευτέλισε το γόητρο που είχε αποκτήσει ο Ιμπραήμ, εκείνο τού «στρατηλάτη». Ήταν ένας καλός στρατηγός, μία ισχυρή φυσιογνωμία, όμως δεν μέτρησε όσο έπρεπε σωστά τους Μανιάτες. Δεν τον δίδαξε η καταστροφή του Αλή Βούμικου το 1481 στα υψώματα του Οιτύλου. Ούτε του Σερασκέρη της Πελοποννήσου Ισμαήλ πασά το 1686 στο Κάστρο της Κελεφάς. Ούτε του Χατζή Οσμάν με Τουρκαλβανούς το 1770, όταν προσπάθησε να εισέλθει στη Μάνη από τις ίδιες διαδρομές και μαζί με τα 2/3 του στρατού του έχασε και ο ίδιος τη ζωή του, πληρώνοντας για τη σφαγή των 70 Μανιατών στον πύργο των Καλκάνηδων στο Σκουτάρι, καθώς και για την κατακρεούργηση τριών γερόντων πρεσβευτών. Όταν τα ιερά και τα όσια κινδυνεύουν, το μεγαλείο τής ψυχής γιγαντώνεται, και μαζί του γιγαντώνεται η δύναμη και η θέληση.
Μετά τις συνεχόμενες αυτές νίκες αναθαρρεύει όλη η επαναστατημένη Ελλάδα και έχει επιτυχίες. Η επική αυτή τριλογία της Μάνης δικαιούται περίοπτη θέση στην στρατιωτική Ιστορία. Δυστυχώς όμως η πρωτεργάτις και στήριγμα της Επανάστασης -τουλάχιστον στη στεριά - υπέστη και υφίσταται άδικη μεταχείριση. Η αξιοσύνη προκαλεί φθόνο.
Τον Φεβρουάριο 1830, οι μεγάλες Δυνάμεις ανακηρύσσουν την Ελλάδα ανεξάρτητο κράτος, ύστερα από 1976 χρόνια υπό το καθεστώς τριών διαδοχικών αυτοκρατοριών, την ήπια Ρωμαϊκή και Βυζαντινή επικυριαρχία, και την επαχθή Οθωμανική καταπίεση 377 χρόνων Τουρκικού ζυγού, πλην Μάνης. Το έθνος όμως των Ελλήνων, ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει. Παρά τα λάθη του, διατρέχει τούς αιώνες και ανθίσταται. Υπερήφανο για το παρελθόν του, μορφώνοντας το, προς κρίση από την Ιστορία, παρόν του, και χαράσσοντας το μέλλον του. Μαζί όμως με την υπερηφάνεια που εκδηλώνομε στις επετείους, ας προτρέπομε τους εαυτούς μας και γιά αυτοκριτική. Η ψυχή μας είναι Ελληνική. Και ως τηλαυγής φάρος, το Ελληνικό διαχρονικό ιδεώδες, να μας φωτίζει όπου κι’ αν βρεθούμε ενταγμένοι, συνεχίζοντας την ιστορική μας πορεία στα πλαίσια των εκάστοτε διαμορφούμενων συγκυριών, έχοντες όμως πάντα κατά νουν, ότι, αν υστερήσομε Εκείνων, των οποίων το όνομα, το πνεύμα, και τους άθλους επικαλούμεθα, δύσκολα θα δυνηθούμε να αντικρούσομε τους ελλοχεύοντες πολλούς ζηλωτές, στην προσπάθεια τους να μας χαρακτηρίσουν ως αχθοφόρους τού ονόματος τών μεγάλων μας προπατόρων.
Και εμείς, οι απόγονοι αυτών των ηρώων, του Αλμυρού, του Διρού, του Πολυάραβου, επιγνώμονες τών θυσιών τους, των άθλων και των επιτευγμάτων τους, και έμπλεοι συναισθημάτων δίκαιης έπαρσης, με σεβασμό να συνειδητοποιούμε την κληρονομιά που μας άφησαν, και να πορευόμαστε όπως Εκείνοι, από το Πάνθεον των εκλεκτών όπου βρίσκονται, να μας βλέπουν θα ήθελαν, ως άξιους τους, και καλύτερους, «άμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ κάρρονες».
Υπερήφανα ας αναφωνήσομε, «Ζήτω το Έπος του ΠΟΛΥΑΡΑΒΟΥ», «Ζήτω η ΜΑΝΗ».
Αχιλ. Σ. Ξανθουλέας
Αξ/κός ε.α – Πολιτ. Μηχανικός – τ. Τομεάρχης ΔΕΗ
ΔΗΜΟΣ ΜΑΝΗΣ ;
Παιδί το περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις
Όπως το βρεις κι’ όπως το δεις να μη το παρατήσεις
Σκάψε το ακόμα πιο βαθιά και φράξε το πιο στέρεα
Και πλούτισε τη χλώρη του και πλάτυνε τη γη του
Κι΄ακλάδευτο όπου μπλέκεται να το βεργολογήσεις
Και να του φέρνεις το νερό το αγνό της βρυσομάνας
Κ. Παλαμάς
Την γη που κληρονόμησες απ΄ τους προγόνους σου
Να την κατέχεις αν δείξεις πως τ’αξίζεις
Γκαίτε
Και εμείς, οι απόγονοι αυτών των ηρώων, του Αλμυρού, του Διρού, του Πολυάραβου, επιγνώμονες των θυσιών τους, των άθλων και των επιτευγμάτων τους, και έμπλεοι συναισθημάτων δίκαιης έπαρσης, με σεβασμό να συνειδητοποιούμε την κληρονομιά που μας άφησαν, και να πορευόμαστε όπως Εκείνοι, από το Πάνθεον των εκλεκτών όπου ευρίσκονται, να μας βλέπουν θα ήθελαν, ως άξιους τους, και καλύτερους.
Από τον πανηγυρικό στον Αλμυρό (22.06.08) και στον Πολυάραβο (15.08.08)

Αρκεί η επίκληση του ονόματος τών προγόνων μας σε κάθε περίπτωση αιτήματος μας, χωρίς αντίστοιχες (δεν χρειάζεται να είναι πολεμικές-αχρείαστες, αλλά αν..) σημερινές περγαμηνές; Είμαστε ευχαριστημένοι από τον βίο και πολιτεία μας των τελευταίων δεκαετιών; Αντέχομε την ιστορία μας (όχι εν λόγοις και κομπασμοίς μόνον); Η υλιστική «βελτίωση» της ζωής μας είναι βελτίωση; Και είναι συμβατή με τη γή μας και αποδεκτή από τη γη μας;
Ζητάμε ενιαία Μάνη. Τι εννοούμε; Ενιαία την Ιδέα της Μάνης με κοινές προσπάθειες διατήρησης της ιστορικής μνήμης, κοινές προσπάθειες στην ιστορική πορεία, κοινές προσπάθειες προόδου που σέβονται τον τόπο και την ιστορία του, που να είναι αντικατόπτρισμα της μανιάτικης μας ψυχής, της καθαρής και ανόθευτης καταγωγής μας, της σύμφυτης με την ύπαρξη μας γονιδιακής συνέχειας;
Και αυτό το εκδηλώνομε π.χ. με την αδυναμία μας (ή κάτι άλλο;) να οργανώσομε μία κοινή εορτή απότισης φόρου τιμής γιά τις νίκες κατά του Ιμπραήμ; Οι τρεις δοξασμένες μάχες, στον Αλμυρό, στον Διρό, στον Πολυάραβο, είναι εκείνες που κυρίως έδωσαν το στίγμα της γεωγραφικά και γενεαλογικά ενιαίας περιοχής. Και σήμερα γίνονται η αιτία (ή μήπως η αφορμή;) διχαστικών εκφάνσεων με περιφρονητικές απολήξεις.
Το εκδηλώνομε μήπως με τις απαιτητικές μέσω πολεμικών ιαχών «μαζώξεις» κατά των, υπό προϋποθέσεις χρήσιμων, ανεμογεννητριών, που όμως σε ανεξέλεγκτα χέρια πράγματι προκαλούν άσχημες συνέπειες, π.χ. κακότεχνους δρόμους, και εμείς ξεκοιλιάζομε τη γη με δρόμους προς τα οικοπεδοφέρνοντα αγροτεμάχια μας πετώντας στην πλαγιά τα μπάζα; (Τον Αύγουστο στο μνημείο του Φτέρη στην πενιχρή συγκέντρωση γιά τις ανεμογεννήτριες ακούστηκαν φωνές ιερής αγανάκτησης για την επαπειλούμενη ζημιά του ιερού τοπίου. Και σε ελάχιστη απόσταση, στον μεν δρόμο προς Αρεόπολη στο πρανές προς τη θάλασσα τα σκουπίδια miserabile visu, στο δε πρανές του Αγ.Ηλία δεξιά προς Σταυρό, η γη ξεκοιλισμένη από την κατασκευή του δρόμου στο βουνό, οι ανεμογεννήτριες δεν θα άφηναν τίποτα χειρότερο).
Υμνούμε την άγια γη της Μάνης και την παραγεμίζομε με κτίσματα, όχι σπάνια, αταίριαστα προς την αγνή πρωτογενή αρχιτεκτονική της περιοχής, συχνά θλιβερές απομιμήσεις επιδειξιομανίας και νεοπλουτισμού.
Σωροί από σκουπίδια «στολίζουν» τις εισόδους και τα πρανή των δρόμων πολλών οικισμών (παράγομε πολιτισμό;). Κάποιος τουρίστας που το καλοκαίρι περιδιάβηκε τη Μάνη με ρώτησε που είναι το χωριό μου, και όταν κατάλαβε είπε «Αα… αυτό με τα πολλά σκουπίδια στο δρόμο..».
Οι θάλασσες και οι ακτές δεν είναι υπόδειγμα καθαριότητος, και δεν φταίνε μόνο τα διερχόμενα στα ανοικτά πλοία. Ούτε συνιστά δικαιολογία πως έτσι είναι και αλλού, γιατί εμείς κραυγάζομε πως είμαστε οι καλύτεροι. Όταν πρόκειται για ευρώ, φοβάμαι πως ξεχνάμε την άγια γη.
Μήμως όμως ζητάμε απλά διοικητική ένωση της Μάνης; Αντιλαμβανόμαστε όλοι-είμαι βέβαιος-πως δεν είναι λειτουργική για τους κατοίκους, εν γένει, λύση, όποια κι’ αν είναι η πρωτεύουσα (Γύθειο-Αρεόπολη-Καρδαμύλη). Οι δυσκολίες πρόσβασης στη Δημόσια Διοίκηση θα είναι μεγαλύτερες και πιο χρονοβόρες από την περίπτωση πλειόνων του ενός Δήμων. Και δεν θα ήθελα να ακουστεί επιχείρημα περί κομπιούτερ κλπ. Ασχολούμαι με αυτούς συστηματικά από το 1985 και σε πρώιμο στάδιο από το τέλος της 10ετίας του ’60. Διευκολύνουν «en masse» αν συνιστούν τόσο κοινό εργαλείο όσο και το τηλέφωνο, πράγμα που πόρρω απέχει από την πραγματικότητα. Εξ΄ άλλου υπάρχουν όχι λίγες περιπτώσεις που απαιτούν προσωπική παρουσία. Δεν είναι όμως μόνον αυτό, κυρίως είναι η νοοτροπία της Δημόσιας Διοίκησης (αλλά και των πολιτών, ο Πλάτων στην Πολιτεία (στίχος 426) γράφει «οι πολιτικοί είναι αυτοί που είναι γιατί οι πολίτες είναι αυτοί που είναι. Φτιάξτε καλούς πολίτες για να έχετε καλούς πολιτικούς»).
Ας μην κάμνομε πως δεν προβλέπομε τον εμφύλιο που θα ξεσπάσει, τις υπόγειες, εκρηκτικές ίσως, διαδρομές που θα δρομολογηθούν, εν ονόματι της ιστορίας (ερμήνευε συμφερόντων) για την πρωτεύουσα. Μία ενιαία διοικητικά Μάνη θα εμφανίσει τα πολλά και πολλαπλά μικρότερα και μεγαλύτερα προσωπικά και ομαδικά συμφέροντα, τα οποία θα αμαυρώσουν την Ιδεώδες της Μάνης, θα φθείρουν συνειδήσεις, θα ενθαρρύνουν τη διαπλοκή.
Η Μάνη είναι ΙΔΕΑ, με σεβασμό να απευθυνόμαστε στην οντότητα της, με πράξεις αντάξιες των διακηρύξεων μας, όχι σαν αγελάδα που θα αρμέξομε. Η πατρίδα μας έχει αναμφισβήτητα αδικηθεί. Πέραν όμως από την επίκληση της ιστορίας μας, είμαστε σίγουροι ότι οι πράξεις μας πείθουν τους αδικούντας πως σφάλλουν, τους προβληματίζουν με τύψεις;
Το καλοκαίρι σε μία συζήτηση επί του θέματος με τους εξαίρετους Μανιάτες εκδότες κ.κ. Δημακόγιαννη και Ρουμανέα (στα δύο αντιδιαμετρικά και αλληλοσυμπληρούμενα μετερίζια της Μάνης) πρότεινα τη δημιουργία δύο Δήμων, Δήμο Ανατολικής Μάνης με πρωτεύουσα την Αρεόπολη και Δήμο Δυτικής Μάνης με πρωτεύουσα την Καρδαμύλη, ευελπιστώντας πως μπορεί το σχήμα αυτό να είναι λειτουργικό. Οι Μανιάτες έχουν προασπίσει την Μάνη στον άξονα του Αλμυρού και στον άξονα του Πασσαβά, περισσότερες από μία φορές. Θα συμφωνήσομε και θα αγωνισθούμε για την επίτευξη; Ή, το σαράκι του αρνητικού λόγου ένεκα ιδιοτελειών ενδεδυμένων τον μανδύα της ιστορίας και την ιερή αγανάκτηση για τον τόπο, θα λειτουργήσει διασπαστικά;
Ευτυχείτε.
Νοέμβριος 2008
Αχιλ. Σ. Ξανθουλέας

Τρίτη 7 Ιουλίου 2009

ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ
Γιά τη μετάφραση που ακολουθεί ετέθη ως κύριο κριτήριο η πιστή απόδοση τού αρχαίου κειμένου χωρίς γλωσσικούς πλατειασμούς και ερμηνευτικές περιφράσεις.
Ως βιβλιογραφικά βοηθήματα χρησιμοποιήθηκαν τα εξής:
(α). Αρχαίο κείμενο.
(β). Μεταφράσεις τών Ελ.Βενιζέλου, Ι.Κακριδή και εκδόσεων «Παπύρου»
(γ). Ανάλυση τού φιλόλογου καθηγητή Σαρ. Ξανθουλέα

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ
Ο Θουκυδίδης, στην Ιστορία του για τον Πελοποννησιακό πόλεμο, τη Συγγραφή, όπως τιτλοφορείται (ο πραγματικός τίτλος δεν είναι γνωστός) παραθέτει και 45 δημηγορίες, δηλ. δημόσιες ομιλίες διασήμων και γνωστών, αλλά και αγνώστων. Ίσως οι δημηγορίες αυτές να συνιστούν το πιο δραματικό μέρος της Συγγραφής. Μία από τις δημηγορίες, η οποία όμως ξεχωρίζει από τις άλλες, είναι ο Επιτάφιος τού Περικλή, στο βιβλίο Β’, εδάφια 35~46. Ξεχωρίζει διότι δεν χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα από ιστορική αφήγηση. Αντίθετα, συνιστά ένα πανηγυρικό ρητορικό σχήμα, με κύριο στόχο το εγκώμιο του πολιτεύματος, τον ύμνο της Αθήνας. Η αρίθμηση είναι όπως δίδεται στα οκτώ βιβλία της Συγγραφής (μάλλον πρόκειται για μεταγενέστερη διαίρεση).
Ο Επιτάφιος του Περικλέους και η Πλάτωνος Απολογία του Σωκράτη συνιστούν τα δύο θεμελιακά κείμενα τής Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Ο Επιτάφιος προβάλλει ανάγλυφα τη μορφή της τελειότερης Δημοκρατίας. Οι ενδεχόμενες όποιες υπερβολές ή όποια εμφατικά ρητορικά σχήματα είναι κατανοητά λόγω ακριβώς της υψίστης σκοπιμότητος στην δύσκολη εκείνη περίοδο τού πολέμου, κατά την οποία προείχε η τόνωση του ηθικού των πολιτών και η εμφύσηση τής ιδέας τού υπέρ αρίστης πατρίδος αγώνος ως μεγίστης αρετής, αλλά και τού δέους τών συνεπειών από την απώλεια τής πατρίδος και μάλιστα τέτοιας πατρίδος.
Διαρθρώνεται από τα ακόλουθα μέρη: προοίμιον (35), έπαινος προγόνων, πατέρων και συγχρόνων (36), εγκώμιον Πατρίδος (37~41), έπαινος νεκρών, παραινέσεις προς ζώντας και παραμυθία προς οικείους (42~45), επίλογος (46).
Ο Θουκυδίδης ήταν παρών κατά την εκφώνηση του λόγου. Είναι πολύ πιθανόν να έχει επιφέρει αλλαγές. Γράφει:
34. Τον ίδιο δε χειμώνα οι Αθηναίοι, χρησιμοποιώντας το πατροπαράδοτο έθιμο, προέβησαν δημοσία (δαπάνη) στην ταφή των πρώτων νεκρών αυτού του πολέμου, με τον εξής τρόπο• τα μεν οστά των νεκρών εκθέτουν επί διήμερο (Σημ.: επί δύο συνεχείς ημέρες πριν από την ημέρα της ταφής) κατασκευάζοντας στέγαστρο, και καθένας προσφέρει στον δικό του αν θέλει κάτι• όταν δε είναι η ώρα της εκφοράς, άμαξες μεταφέρουν κυπαρισσένιες οστεοθήκες, μία κατά φυλή• ενυπάρχουν δε (σε κάθε οστεοθήκη) τα οστά τής φυλής εκείνης που καθένας ανήκε. Ένα δε φορείο άδειο μεταφέρεται στρωμένο για τους αγνοούμενους, όσοι δεν θα βρεθούν κατά την περισυλλογή. «μία δέ κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών, οί αν μη ευρεθώσιν ες αναίρεσιν». (Σημ.:Από εδώ η ιδέα τού μνημείου τού Άγνωστου Στρατιώτη). Συμμετέχει δε στην εκφορά όποιος θέλει και από τους πολίτες και από τους ξένους, και παρευρίσκονται οι γυναίκες συγγενείς μοιρολογώντας στον τάφο. Εναποθέτουν λοιπόν (τους νεκρούς) στο δημόσιο νεκροταφείο, το οποίο ευρίσκεται στο πιο όμορφο προάστιο της πόλης, και πάντα σε αυτό θάβουν τους (νεκρούς) τών πολέμων, εκτός βεβαίως από τους (νεκρούς) στο Μαραθώνα• έχοντας δε κρίνει την ανδρεία εκείνων ως εξαίρετη, εκεί και έφτιαξαν τον τάφο. Όταν λοιπόν τους ενταφιάσουν, άνδρας εκλεγμένος από την πολιτεία, ο οποίος να θεωρείται ότι είναι όχι χωρίς σύνεση και να ξεχωρίζει σε υπόληψη, εκφωνεί προς αυτούς τον πρέποντα έπαινον• μετά δε από αυτό αποχωρούν (οι συγκεντρωμένοι). Έτσι λοιπόν θάπτουν• και καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, κάθε φορά που τους συνέβαινε, έκαναν χρήση του εθίμου. Προς αυτούς δε εδώ λοιπόν τους πρώτους (νεκρούς) επελέγη να ομιλήσει ο Περικλής του Ξανθίππου. Και αφού έφθασε η ώρα, ελθών από το χώρο τών μνημάτων πάνω σε ένα ψηλό βήμα φτιαγμένο για να ακούγεται από τους περισσότερους των συγκεντρωμένων, είπε περίπου τα εξής•
ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
35. Οι μεν περισσότεροι όσων έχουν ήδη μιλήσει εδώ, επαινούν εκείνον που πρόσθεσε στο έθιμο τον λόγο αυτό, ότι καλό (είναι) να εκφωνείται προς τιμήν τών θαπτομένων εκ τών πολέμων. Σε μένα όμως θα φαινόταν ότι είναι αρκετό σε άνδρες που με έργα δείχθηκαν γενναίοι, με έργα και να αποδίδονται οι τιμές, «ανδρών αγαθών έργω γενομένων έργω και δηλούσθαι τας τιμάς», αυτά που τώρα και βλέπετε να έχουν ετοιμασθεί για την ταφή με δημόσια φροντίδα, και όχι να κινδυνεύουν τα ανδραγαθήματα τών πολλών να γίνουν πιστευτά από το αν ένας άνδρας θα μιλήσει καλύτερα ή χειρότερα. Διότι δύσκολο είναι να λεχθεί το σωστό για κάτι που με δυσκολία διασφαλίζεται ακόμη και η προσδοκία αν θα ακουσθεί η αλήθεια. Διότι και ο ενημερωμένος και καλοπροαίρετος ακροατής ίσως να νομίσει ότι κάτι παρουσιάζεται ελλιπέστερα από εκείνα που θέλει και γνωρίζει, και ο ανίδεος ότι υπάρχουν και υπερβολές, από φθόνο, αν τυχόν ακούσει κάτι ανώτερο από τη δική του ικανότητα. Διότι μέχρι εκεί είναι ανεκτοί οι έπαινοι που λέγονται για άλλους, όσο καθένας θα νόμιζε ότι και ο ίδιος θα ήταν ικανός να πράξει κάτι από αυτά που άκουσε• φθονώντας δε ό,τι τους υπερβαίνει, το αμφισβητούν κι΄ όλας. Εφόσον όμως από τους παλαιούς αυτά δοκιμάσθηκαν πως έτσι καλώς έχουν, πρέπει και εγώ ακολουθώντας το έθιμο να προσπαθήσω να επιτύχω (ευνοϊκής) κατά το πλείστον και επιθυμίας και γνώμης καθενός από σας.
ΕΠΑΙΝΟΣ ΠΡΟΓΟΝΩΝ, ΠΑΤΕΡΩΝ, ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ
36. Θα αρχίσω πρώτα από τους προγόνους• διότι είναι δίκαιο και συνάμα μάλιστα πρέπον σε τέτοια περίπτωση σε αυτούς να αποδίδεται η τιμή αυτή της μνημόνευσης. Διότι αυτοί, που από πάντα κατοικούσαν τη χώρα, διαδοχικά από γενιά σε γενιά μέχρι τώρα, την παρέδωσαν με την ανδρεία τους ελεύθερη. Και εκείνοι, οι πατέρες μας, είναι άξιοι και επαίνου και περισσότερο ακόμη• διότι αφού απέκτησαν, πέραν αυτών που παρέλαβαν, όχι χωρίς κόπους όση εξουσία έχομε, σε μας τώρα την παρέδωσαν. Τα δε επιπλέον αυτής (της εξουσίας), εμείς οι ίδιοι αυτοί οι τωρινοί που μάλιστα ακόμη είμαστε στην ηλικία της εξουσίας, τα αυξήσαμε, και την πόλη καταστήσαμε πλήρως αυτάρκη στα πάντα, και στον πόλεμο και στην ειρήνη. «τα δε πλείω αυτής αυτοί ημείς οίδε οι νυν έτι όντες μάλιστα εν τη καθεστηκυία ηλικία επηυξήσαμεν και την πόλιν τοις πάσι παρεσκευάσαμεν αυταρκεστάτην και ες πόλεμον και ες ειρήνην». (Σημ.: «..αυτοί ημείς οίδε οι νυν έτι όντες μάλιστα..»• καταιγιστική ακολουθία λέξεων που τονίζουν το «εμείς». Προφανώς αναφέρεται στο χρυσό αιώνα και στην Ακρόπολη). Αυτών (των προγόνων) τα μεν πολεμικά ανδραγαθήματα, με τα οποία κάθε τι αποκτήθηκε, ή αν κάπου εμείς ή οι πατέρες μας με θάρρος αποκρούσαμε επελθόντα βάρβαρο ή Έλληνα εχθρό, εγώ μη θέλοντας να μακρηγορήσω σε αυτούς που τα ξέρουν, θα τα παραλείψω• όμως, και από ποίους θεσμούς φθάσαμε σε αυτά, και με ποίο πολίτευμα και με ποίους τρόπους επετεύχθη το μεγαλείο, αυτά αφού πρώτα εκθέσω, θα έλθω και στον έπαινο αυτών εδώ, πιστεύοντας ότι στην παρούσα περίπτωση, και δεν (θα θεωρούνταν) απρεπή να λεχθούν αυτά, και ωφέλιμο είναι να τα ακούσει όλο το πλήθος και πολιτών και ξένων.
ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΠΑΤΡΙΔΟΣ
37. Διότι χρησιμοποιούμε πολίτεύμα που δεν ζηλεύει τους νόμους τών ξένων, μάλλον δε παράδειγμα εμείς είμαστε σε μερικούς, παρά μιμούμεθα άλλους. Και ονομάζεται μεν Δημοκρατία για το ότι στηρίζεται όχι στους λίγους, αλλά στους πολλούς•
όλοι δε σύμφωνα με τους νόμους έχουν τα ίδια δικαιώματα στις ιδιωτικές διαφορές, ενώ στην αξιοσύνη, κατά πως καθένας προκόβει σε κάτι, όχι τόσο από την κοινωνική του τάξη, όσο από την ικανότητά του, προτιμάται στις δημόσιες θέσεις, ούτε δε πάλι λόγω φτώχειας, έχοντας βέβαια (κάποιος) κάτι καλό να πράξει στην πόλη, εμποδίζεται για την άσημη κοινωνική του θέση. (Σημ.: Περίτεχνα λέγει αυτά ο Περικλης, γιά τον οποίον ο Θουκυδίδης αλλού σημειώνει• «εγίγνετο λόγω μεν δημοκρατία, έργω δε υπό του πρώτου ανδρός αρχή»). Συμπεριφερόμαστε δε ως ελεύθεροι πολίτες και στα της πολιτείας, και στη μεταξύ μας καχυποψία στις καθημερινές μας ασχολίες, μη θυμώνοντας με το γείτονα, αν κάνει κάτι που τον ευχαριστεί, ούτε παίρνοντας ύφος δυσαρεστημένου, ακίνδυνο μεν, λυπηρό όμως. Και ενώ ως ιδιώτες συναναστρεφόμαστε χωρίς αλληλοενοχλήσεις, ως πολίτες δεν παρανομούμε, κυρίως από σεβασμό, με υπακοή στους εκάστοτε άρχοντες και στους νόμους, και μάλιστα σε όσους από αυτούς έχουν θεσπισθεί υπέρ των αδικούμενων και σε όσους, παρ’ ότι είναι άγραφοι, φέρνουν αναντίρρητη ντροπή. (Σημ.: Κάποιες υπερβολές θεμιτές στο βωμό της πατρίδος την κρίσιμη αυτή στιγμή).
38. Κι’ ακόμη εξασφαλίσαμε και για το πνεύμα πολλούς τρόπους ξεκούρασης από τους κόπους, θεσπίζοντας μεν αγώνες βέβαια και θυσίες καθ’ όλο το έτος, (φροντίζοντας) δε για ιδιωτικές ευπρεπείς κατοικίες, των οποίων η καθημερινή απόλαυση αποδιώχνει τη λύπη. Εισάγονται δε, λόγω τού ότι η πόλη μας είναι σπουδαία, τα πάντα από κάθε χώρα, και συμβαίνει εμείς να απολαμβάνομε τα εδώ παραγόμενα αγαθά κατά τίποτα πιο εύκολα απ’ ότι και τα (εισαγόμενα αγαθά) των άλλων ανθρώπων.
39. Διαφέρομε όμως από τους αντίπαλούς μας και ως προς την πολεμική τέχνη κατά τα εξής• διότι και την πόλη διαθέτομε σε κοινή χρήση, και ποτέ δεν συμβαίνει με απελάσεις να εμποδίζομε κάποιον ή να μάθει ή να δεί κάτι, το οποίο αν δεν μείνει κρυφό, βλέποντάς το κάποιος από τους εχθρούς θα μπορούσε να ωφεληθεί, πιστεύοντας όχι τόσο στις προπαρασκευές και τα τεχνάσματα, όσο στην γενναιοψυχία που πηγάζει μέσα από μας τους ίδιους κατά τη μάχη• και στην εκπαίδευση, αυτοί μεν επιδιώκουν την ανδρεία με επίπονες ασκήσεις από τα παιδικά χρόνια, εμείς δε διάγοντες με άνεση, κατά τίποτα κατώτεροι προχωρούμε σε εφάμιλλους κινδύνους. (Σημ.: Η γενναιότητα είναι απόρροια κυρίως τού ηθικού. Κατά τον Ναπολέοντα, το ηθικό έχει τριπλάσια βαρύτητα από όλες μαζί τις άλλες παραμέτρους. Για την εμπέδωση του όμως απαιτείται συναίσθηση στρατιωτικής υπεροχής με οργάνωση, εκπαίδευση, πολεμική τέχνη και διοικητική μέριμνα). Και να η απόδειξη• διότι ποτέ οι Λακεδαιμόνιοι από μόνοι τους, αλλά με όλους (τούς συμμάχους τους) εκστρατεύουν στη χώρα μας, ενώ εμείς όταν εισβάλομε σε χώρα άλλων νικάμε κατά το πλείστον χωρίς δυσκολία αυτούς που αμύνονται για τη χώρα τους• και συγκεντρωμένη τη δύναμή μας κανείς ποτέ αντίπαλος δεν συνάντησε λόγω και της συνάμα επιμέλειας του ναυτικού και της κατά ξηράν σε πολλά μέρη αποστολής (στρατού) από εμάς τους ίδιους• άν δε κάπου συγκρουσθούν με κάποιο τμήμα (τού στρατού μας), και επικρατώντας σε λίγους από μας καυχώνται ότι όλους τους απέκρουσαν, και χάνοντας (λένε ότι) ηττήθηκαν από όλους. Κι’ αν αποφασίζομε να αντιμετωπίζομε τους κινδύνους με ευθυμία μάλλον παρά με επίπονη εκπαίδευση, και με γενναιότητα (που οφείλεται) όχι τόσο στους νόμους, όσο στους τρόπους (ζωής μας), κέρδος σε μας μένει και το να μη κοπιάζομε από πρίν για τα μελλούμενα λυπηρά, και όταν φθάσουμε σε αυτά το να μη φαινόμαστε ατολμότεροι εκείνων που συνεχώς κοπιάζουν, και το να είναι άξια θαυμασμού η πόλη με αυτά και με άλλα ακόμη. (Σημ.: Ρητορική δεινότητα με κάποια όμως έπαρση• επιχειρεί να μειώσει την ανδρεία τών Σπαρτιατών - το μόνο ίσως αδιαμφισβήτητο προτέρημά τους –, καθώς και το αήττητό τους τουλάχιστον μέχρι τη μάχη των Λεύκτρων, το 371 π.χ.).
40. Διότι και φιλοκαλούμε με λιτότητα και φιλοσοφούμε χωρίς μαλθακότητα• «Φιλοκαλούμεν τε γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας»• και τον πλούτο τον χρησιμοποιούμε ως ευκαιρία μάλλον γιά έργα, παρά γιά κομπασμό λόγων, και το να είναι κάποιος φτωχός δεν (είναι) ντροπή να το ομολογεί, αλλά μεγαλύτερη ντροπή (είναι) το να μη προσπαθεί με εργασία να ξεφύγει. «και το πένεσθαι ουχ ομολογείν τινι αισχρόν, αλλά μη διαφεύγειν έργω αίσχιον». Υπάρχει δυνατότητα και για αυτούς που επιμελούνται συγχρόνως με τις ιδιωτικές τους υποθέσεις και με την πολιτική, και για τους άλλους που έχουν στραφεί σε άλλες ασχολίες, να είναι όχι ανεπαρκώς ενήμεροι στην πολιτική• διότι εμείς μόνοι, όποιον δεν μετέχει στα κοινά, τον θεωρούμε όχι ως φιλήσυχο, αλλά ως άχρηστο, και οι (ίδιοι) εμείς ή πράγματι αποφασίζομε βεβαίως (σωστά) ή συλλογιζόμαστε σωστά επί των θεμάτων, φρονώντας ότι τα λόγια δεν προκαλούν ζημιά στα έργα, αλλά μάλλον το να μη γίνει προενημέρωση με συζήτηση, πριν φτάσομε στα έργα που πρέπει να γίνουν. (Σημ.: Το κυριότερο ίσως γνώρισμα της Δημοκρατίας είναι η ελευθερία του λόγου. Οι Σπαρτιάτες έπαιρναν τις αποφάσεις διά βοής, διότι πίστευαν ότι τα (πολλά) λόγια φθείρουν θεσμούς και ανθρώπους, αλλά και αποπροσανατολίζουν. Πρέσβευαν το (μεστό) λακωνίζειν, κατηγορούσαν δε τους Αθηναίους για στωμυλία, δηλ. πολυλογία). Διότι λοιπόν διαφέρομε και σε τούτο, ώστε και τόλμη μεγάλη να δείχνομε εμείς οι ίδιοι, και να συλλογιζόμαστε γι’ αυτά που θα πράξομε• ενώ στους άλλους η μεν αμάθεια φέρει θράσος, ο δε συλλογισμός δισταγμό. «αμαθία μεν θράσος, λογισμός δ’ όκνον φέρει». Άριστοι δε στο φρόνημα θα μπορούσαν δικαίως να κριθούν όσοι γνωρίζουν πολύ καλά και τα δυσάρεστα και τα ευχάριστα, και δεν αποφεύγουν γι’ αυτό το λόγο τους κινδύνους. “Κράτιστοι δ’ αν την ψυχήν δικαίως κριθείεν οι τα τε δεινά και ηδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες και διά ταύτα μη αποτρεπόμενοι εκ των κινδύνων”. Και σε ότι αφορά την ηθική μας προς ευεργεσία, είμαστε αντίθετοι με τους πολλούς• διότι αποκτάμε τους φίλους όχι ευεργετούμενοι, αλλά ευεργετούντες. Πιο σίγουρος δε είναι αυτός που ευεργέτησε, ώστε να διατηρεί την οφειλόμενη (ευεργεσία) με συμπάθεια προς αυτόν στον οποίο την έδωσε• ο υπόχρεος όμως (δείχνει) απρόθυμος γνωρίζοντας ότι θα ανταποδώσει την ευεργεσία όχι ως χάρη, αλλά ως οφειλή. “Βεβαιότερος δε ο δράσας την χάριν ώστε οφειλομένην δι’ ευνοίας ώ δέδοκε σώζειν• ο δε αντοφείλων αμβλύτερος, ειδώς ουκ ες χάριν, άλλ’ ες οφείλημα την αρετήν αποδώσων”. Και εμείς μόνοι άφοβα βοηθάμε κάποιον, όχι τόσο από υπολογισμό στο συμφέρον, όσο από πίστη στην ελευθερία.
41. Συνοψίζοντας λοιπόν λέγω ότι και η πόλη στο σύνολό της είναι σχολείο της Ελλάδος, και σε μένα θα φαινόταν ότι καθένας από εμάς, ο ίδιος άνδρας, θα μπορούσε να διαθέσει τον εαυτό του αυτάρκη στα περισσότερα ίσως είδη, και μάλιστα ευπρεπώς με χάρη. Και ότι αυτά μάλλον δεν είναι κομπορρημοσύνη της παρούσας στιγμής, αλλά η αλήθεια τών έργων, το αποδεικνύει η ίδια η δύναμη τής πόλης, την οποία με αυτούς τους τρόπους αποκτήσαμε. Διότι είναι η μόνη (πόλη) από τις σημερινές που βγαίνει ανώτερη τής φήμης όταν μπαίνει σε δοκιμασία, και η μόνη που ούτε ο επιτιθέμενος αντίπαλος νοιώθει αγανάκτηση από ποίους (κατώτερους) κακοπαθεί, ούτε ο υπήκοος παραπονιέται ότι όχι από άξιους διοικείται. Έχοντας δε με τρανά δείγματα παρουσιάσει τη δύναμή μας και όχι βέβαια χωρίς μαρτυρίες, θα δεχόμαστε το θαυμασμό και των σύγχρονων και των μεταγενέστερων, «μετά μεγάλων δε σημείων και ου δη τοι αμάρτυρόν γε την δύναμιν παρασχόμενοι τοις τε νυν και τοις έπειτα θαυμασθησόμθα», και τίποτα περισσότερο χρειαζόμαστε, ούτε Όμηρο υμνητή, ούτε (άλλον) ο οποίος με λόγια μεν πρόσκαιρα θα ευχαριστήσει, όμως την εντύπωση των έργων θα βλάψει η αλήθεια, αλλά (μας αρκεί το ότι) αφ’ ενός έχομε αναγκάσει κάθε στεριά και θάλασσα να είναι βατή στην τόλμη μας, και αφ΄ ετέρου έχομε συγκατοικήσει παντού με αιώνια μνημεία και των κατορθωμάτων (μας) και των ατυχιών (μας). Για μια τέτοια λοιπόν πόλη, και αυτοί εδώ (οι νεκροί) κρίνοντας ως δίκαιο το να μη την στερηθούν έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας με γενναιότητα, και καθένας από τους υπόλοιπους εύλογο (είναι) να θέλει να μοχθήσει υπέρ αυτής.
ΕΠΑΙΝΟΣ ΝΕΚΡΩΝ, ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΖΩΝΤΑΣ, ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΠΡΟΣ ΟΙΚΕΙΟΥΣ
42.. Γι’ αυτό λοιπόν και μακρηγόρησα στα της πόλης, και επισημαίνοντας ότι δεν είναι ίδιος ο αγώνας για μας και για εκείνους που τίποτα από αυτά υπάρχει με όμοιο τρόπο, και συνάμα καταστήσας φανερό με αποδείξεις το εγκώμιο σε αυτούς που τώρα ομιλώ. (Σημ.: Ο προς την πατρίδα ύμνος είναι και προς τους νεκρούς ύμνος). Και επ’ αυτού (του εγκωμίου) έχουν λεχθεί τα περισσότερα• διότι όσα εγώ ύμνησα στην πόλη, τα ανδραγαθήματα αυτών εδώ και των ομοίων τους τη στόλισαν, και όχι σε πολλούς Έλληνες θα φαίνονταν τα λόγια αντίστοιχα των έργων όπως σε αυτούς εδώ. Νομίζω δε ότι αυτή εδώ η απώλειά τους, δηλώνει τη γενναιότητα τού άνδρα και ως πρώτη ευκαιρία και ως τελευταία επιβεβαίωση. Γιατί και σε εκείνους που κατά τα άλλα χείριστοι (υπήρξαν), δίκαιο (είναι) να προέχει η ανδραγαθία στους υπέρ πατρίδος πολέμους• διότι έχοντας εξαλείψει το κακό με το καλό, συλλογικά μάλλον ωφέλησαν, απ’ ότι ως άτομα έβλαψαν. «και γαρ τοις τάλλα χείροσι δίκαιον την ες τους πολέμους υπέρ της πατρίδος ανδραγαθίαν προτίθεσθαι• αγαθώ γαρ κακόν αφανίσαντες κοινώς μάλλον ωφέλησαν ή εκ των ιδίων έβλαψαν». Από αυτούς δε ούτε δείλιασε κάποιος επειδή προτίμησε την περαιτέρω απόλαυση του πλούτου, ούτε απέφυγε τα δεινά με την εκ της φτώχειας ελπίδα ότι ξεφεύγοντας από αυτή θα μπορούσε ακόμη και να πλουτίσει• την τιμωρία δε τών αντιπάλων εκλαβόντες πιό επιθυμητή από αυτά, και συνάμα θεωρήσαντες ως τον κάλλιστο των κινδύνων αυτόν εδώ, θέλησαν μαζί του, τους μεν (εχθρούς) να τιμωρήσουν, τα δε (υπόλοιπα) να αφήσουν ως επιθυμία, αναθέτοντας μεν στην ελπίδα να έχει καλή έκβαση η αβεβαιότητα (της μάχης), στη μάχη δε απαιτώντας να εμπιστευθούν εαυτούς τους ίδιους για ό,τι ήδη έβλεπαν• και σε αυτή (τη μάχη) θεωρήσαντες καλύτερο το να αμυνθούν και να υποστούν, παρά να σωθούν υποχωρώντας, το μεν όνειδος τής κατακραυγής διέφυγαν, τη δε μάχη με τα κορμιά τους κράτησαν, και σ΄ ένα της τύχης κλάσμα χρόνου, πάνω στο αποκορύφωμα τού φρονήματος περισσότερο, παρά τού φόβου, έφυγαν από τη ζωή. «και δι’ ελαχίστου καιρού τύχης άμα ακμή της δόξης μάλλον ή του δέους απηλλάγησαν».
43. Και αυτοί μεν εδώ, όπως αρμόζει στην πόλη, τέτοιοι ανεδείχθησαν• οι δε υπόλοιποι πρέπει να εύχεστε μεν να έχετε ασφαλέστερο φρόνημα (δηλ. όχι την τύχη των νεκρών), κατά τίποτα όμως ατολμότερο να απαιτείτε (να είναι το φρόνημα) έναντι των εχθρών, εξετάζοντας εσείς, όχι με λόγια μόνο, την ωφέλεια την οποία θα μπορούσε κάποιος να παρουσιάσει μεγαλύτερη, σε εσάς που κατά τίποτα λιγότερο την γνωρίζετε, λέγοντάς πόσα αγαθά ενυπάρχουν στην απόκρουση τών εχθρών, αλλά (εξετάζοντας την ωφέλεια) μάλλον βλέποντας στην πράξη καθημερινά τη δύναμη τής πόλης και αγαπώντάς την με πάθος, και, όταν σας φανεί πως είναι πλήρης δόξης, ενθυμούμενοι ότι αυτά τα απέκτησαν άνδρες που τολμούν και που γνωρίζουν τα πρέποντα και που στη μάχη είναι σεμνοί, κι’ όταν και λάθος έκαναν, λοιπόν αξίωναν να μη στερήσουν βέβαια και την πόλη της δικής τους ανδρείας, αλλά να την προσφέρουν ως κάλλιστη συνεισφορά. Διότι έχοντας πέσει (στη μάχη) όλοι μαζί, χωριστά έπαιρναν τον αθάνατο έπαινο και τον υπέρλαμπρο τάφο, όχι τόσο αυτόν στον οποίο κείνται, αλλά αυτόν που η δόξα τους πάντοτε σε κάθε ευκαιρία και με λόγια και με έργα αείμνηστη παραμένει. Διότι για τους επιφανείς άνδρες κάθε γή (είναι) τάφος, «Ανδρών γαρ επιφανών πάσα γή τάφος», και το δηλώνει όχι μόνο η επιγραφή σε στήλες στην πατρίδα, αλλά και στις άλλες χώρες στον καθένα κατοικεί άγραφη μνήμη τού φρονήματος μάλλον παρά της μάχης. (Σημ.: Το μέρος που έπεσε ένας πολεμιστής, όπου και αν αυτό ευρίσκεται, συνιστά τάφο ήρωα. Εξ’ άλλου η δόξα των πεσόντων στον Μαραθώνα και στις Θερμοπύλες ζεί στους αιώνες στη μνήμη όλων των λαών της γής. Χωρίς όμως το φρόνημα των μαχητών, ο χώρος της μάχης δεν θα σήμαινε πολλά). Αυτούς τώρα εσείς αφού θαυμάσετε, και αφού θεωρήσετε ότι ευτυχία είναι η ελευθερία, και ελευθερία η ανδρεία, μην αποφεύγετε τους κινδύνους τού πολέμου. «Ούς νυν υμείς ζηλώσαντες και το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον κρίναντες μη περιοράσθε τους πολεμικούς κινδύνους». Διότι δεν θα ήταν πιό δίκαιο αν αψηφούσαν τη ζωή τους οι δυστυχούντες, στους οποίους δεν υπάρχει ελπίδα καλού, αλλά (οι ευτυχούντες) στους οποίους διακυβεύεται η αντίξοη μεταβολή στη ζωή και για τους οποίους μάλιστα μεγάλη θα είναι η διαφοροποίηση αν σε κάτι σφάλουν. Διότι στον άνδρα που έχει βέβαια φρόνημα, πιο οδυνηρός είναι ο ευτελισμός λόγω δειλίας, παρά ο επερχόμενος με γενναιότητα και συνάμα κοινή ελπίδα ανεπαίσθητος θάνατος. «Αλγεινοτέρα γαρ ανδρί γε φρόνημα έχοντι η μετά του μαλακισθείναι κάκωσις ή ο μετά ρώμης και κοινής ελπίδος άμα γιγνόμενος αναίσθητος θάνατος».
44. Γι’ αυτό και τους γονείς αυτών εδώ τώρα, όσοι παρευρίσκεσθε, μάλλον δεν θρηνώ, αλλά θα παρηγορήσω. Διότι γνωρίζουν ότι έζησαν μέσα σε κάθε λογής κακοτυχίες• η ευτυχία όμως (βρίσκεται σε εκείνους), οι οποίοι, όπως αυτοί μεν εδώ, θα είχαν την τύχη τού πλέον ευπρεπούς θανάτου, (όπως) εσείς δε, (της πλέον ευπρεπούς) λύπης, και σε εκείνους (βρίσκεται η ευτυχία) που η ζωή ισοζυγίστηκε και όταν ευτυχούσαν και όταν ήλθε το τέλος. Γνωρίζω βέβαια ότι είναι δύσκολο να πείσω κάποιον, σχετικά με αυτούς (τους νεκρούς) που πολλές φορές θα σας φέρνουν στη μνήμη οι ευτυχίες των άλλων, τις οποίες κάποτε και σεις απολαμβάνατε• και λύπη (νοιώθει) κάποιος όχι για αγαθά τα οποία θα εστερείτο χωρίς να έχει δοκιμάσει, αλλά για εκείνο (το αγαθό) που θα του αφαιρείτο έχοντας συνηθίσει. “και λύπη ουχ ών αν τις μη πειρασάμενος αγαθών στερίσκηται, αλλ’ ού αν εθάς γενόμενος αφαιρεθεί”. Πρέπει δε να δείξετε καρτερικότητα με την ελπίδα και άλλων παιδιών, όσοι έχετε ακόμη ηλικία να τεκνοποιήσετε• διότι αυτοί που θα έλθουν, και στην ιδιωτική ζωή σε μερικούς θα δώσουν λησμονιά γι’ αυτούς που λείπουν (σημ.: τους νεκρούς), και στην πόλη διπλά θα συνεισφέρουν και με το να μην ερημωθεί και με το να είναι ασφαλής• διότι όχι όμοια και ίσα ή δίκαια σκέπτονται για κάτι, όσοι δεν (έχουν) και (όσοι έχουν) παιδιά, αν κινδυνεύσουν τιθέμενοι κάτω από όμοιες συνθήκες. “ου γαρ οίον τε ίσον τι ή δίκαιον βουλεύεσθαι, οί αν μη και παίδας εκ του ομοίου παραβαλλόμενοι κινδυνεύωσιν”. Όσοι δε πάλι γίνατε παρήλικες, θεωρείστε ως κέρδος και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής που ευτυχείτε, και το (υπόλοιπο) που θα είναι μικρό, και ανακουφισθείτε με τη δόξα αυτών εδώ. Γιατί μόνο το φιλότιμο δεν γερνάει, «το γαρ φιλότιμον αγήρων μόνον», και στη μάταιη γεροντική ηλικία μάλλον δεν τέρπει η απόκτηση κέρδους όπως λένε μερικοί, αλλά το να σε τιμούν.
45: Για τα παιδιά δε πάλι ή τα αδέλφια αυτών εδώ, όσα παρευρίσκεστε, βλέπω μεγάλο τον αγώνα - διότι αυτόν που δεν υπάρχει, καθένας κατά συνήθεια επαινεί, «τον γαρ ουκ όντα άπας είωθεν επαινείν» - και αν με δυσκολία τους υπερβείτε σε ανδρεία, δεν θα κριθείτε όμοιοι, αλλά λίγο κατώτεροι. Διότι στους ζωντανούς (υπάρχει) φθόνος γιά τον αντίπαλο, αυτός όμως που δεν είναι εμπόδιο τιμάται χωρίς διάθεση ανταγωνισμού «φθόνος γαρ τοις ζώσι προς το αντίπαλον, το δε μη εμποδών ανανταγωνίστω ευνοία τετίμηται». Αν δε εγώ πρέπει να μνημονεύσω κάτι και για τη γυναικεία αρετή, σε όσες τώρα θα είναι χήρες, με μία σύντομη παραίνεση όλα θα τα πώ• διότι και το να μη φανείτε κατώτερες της υπάρχουσας (γυναικείας) φύσης, για σας μεγάλη (θα είναι) η υπόληψη, και όποιας (το όνομα) θα (ακουγόταν) ελάχιστα μεταξύ τών αρσενικών, είτε για καλό είτε για κακό, τιμή θα είναι.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
46. Εκφώνησα και εγώ λόγο σύμφωνα με το νόμο γιά όσα έκρινα προσήκοντα. «Είρηται και εμοί λόγω κατά τον νόμον όσα είχον πρόσφορα». Και εμπράκτως οι θαπτόμενοι με αυτά μεν έχουν ήδη τιμηθεί, με άλλα δε η πόλη θα αναθρέψει τα παιδιά τους δημοσία δαπάνη, από τώρα και μέχρι της εφηβείας, θεσπίζουσα χρήσιμο έπαθλο τέτοιων αγώνων, και για αυτούς εδώ και για τους εναπομένοντες• διότι όπου θεσπίζονται μεγάλα έπαθλα ανδρείας, εκεί δε και άνδρες άριστοι είναι πολίτες. «άθλα γαρ οις κείται αρετής μέγιστα, τοις δε και άνδρες άριστοι πολιτεύουσιν». Τώρα δε, έχοντας θρηνήσει καθένας τον δικό, πηγαίνετε (άπιτε).

Αχιλ. Σ. Ξανθουλέας
Dott. Πολ. Μηχανικός - M.Sc Υδραυλικός/Υδρολόγος Μηχανικός
τ. Τομεάρχης ΔΕΗ, Ίλαρχος ε.α.

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2009

Ο ΗΛΙΟΣ Ο ΗΛΙΑΤΟΡΑΣ
Το ηλιακό μας σύστημα συνιστά ένα μικρό τμήμα του Γαλαξία μας. (Κατά τη μυθολογία ο Γαλαξίας μας φαίνεται στον ουρανό σαν ένα ποτάμι από γάλα, που προερχόταν από το στήθος της Ήρας). Περί τον ήλιο περιστρέφονται οκτώ πλανήτες (Ερμής, Αφροδίτη, Γή, Άρης, Δίας, Κρόνος, Ουρανός, Ποσειδώνας, με τούς 165 μέχρι τώρα γνωστούς φυσικούς δορυφόρους τους), τρείς πλανήτες νάνοι, πρόσφατα ανακαλυφθέντες (Πλούτος, Έριδα, Δήμητρα/Ceres, με τα 4 φεγγάρια τους), και δισεκατομμύρια ουράνια σωματίδια (αστεροειδείς, κομήτες, κλπ). Oi τέσσεροι πρώτοι πλανήτες (εσωτερικοί) έχουν στερεή μάζα, ενώ οι τέσσεροι εξωτερικοί έχουν αέρια μάζα. Ο Ερμής και η Αφροδίτη δεν έχουν δορυφόρους. Ο πλησιέστερος, στον δικό μας, γαλαξίας είναι ο σπειροειδής γαλαξίας Ανδρομέδα και απέχει από τη Γή πάνω από δύο εκατομμύρια έτη φωτός, (δηλ. το φως για να έλθει από εκεί χρειάζεται πάνω από δύο εκατομμύρια χρόνια). Στο Σύμπαν υπάρχουν περισσότεροι από εκατό δισεκατομμύρια Γαλαξίες, που ανάλογα με το μέγεθος τους περιέχουν από δεκάδες εκατομμύρια μέχρι εκατοντάδες δισεκατομμύρια ήλιους,
Ο Ήλιος απέχει από τη Γή 150 εκατομμύρια χλμ. Το φως του φθάνει εδώ σε 8 λεπτά και 20 δευτερόλεπτα, τρέχοντας με 300.000 χμ κάθε δευτερόλεπτο. Έχει μάζα 2.1027 τόνους, 333 χιλ. φορές μεγαλύτερη τής Γης. Αποτελείται κυρίως από υδρογόνο (74%) και ήλιο (25%), ενώ το υπόλοιπο 1% διεκδικούν διάφορα άλλα στοιχεία. Η ακτίνα του είναι γύρω στα 700 χιλιάδες χμ., δηλ. γύρω στις 109 φορές μεγαλύτερη από την ακτίνα τής Γης. Μία περιστροφή γύρω από τον άξονά του διαρκεί περίπου 25 μέρες, ενώ στη Γή διαρκεί 24 ώρες. Η θερμοκρασία στο κέντρό του πλησιάζει τα 14 εκατομμύρια βαθμούς Κελσίου και στην επιφάνεια του (άνω τμήμα φωτόσφαιρας) 6000 βαθμούς Κελσίου . Το κατώτερο τμήμα τής ηλιακής ατμόσφαιρας λέγεται φωτόσφαιρα και το ανώτερο κορώνα (φαίνεται στις εκλείψεις). Το εκπεμπόμενο από τη φωτόσφαιρα λευκό φώς φαίνεται από τη Γη σαν κίτρινο λόγω της διασποράς τής ακτινοβολίας. Ο ήλιος χαρακτηρίζεται ως κίτρινος νάνος. Με κατάλληλα όργανα διαπιστώνεται ότι η επιφάνειά τού ήλιου είναι διάσπαρτη από μαύρες κηλίδες, (τις οποίες πρώτος ανακάλυψε ο Γαλιλαίος το 1611), και μοιάζει με φουρτουνιασμένο ωκεανό. Κατά καιρούς ξεσπούν μεγάλες καταιγίδες.
Μαζί με το φώς εκπέμπεται συνεχώς ένας άνεμος σωματιδίων, το λεγόμενο πλάσμα (φορτισμένα σωματίδια), γνωστό ως ηλιακός άνεμος. Τα σωματίδια αυτά γεμίζουν το χώρο γύρω από τη Γή και τους άλλους πλανήτες, και έτσι αυτοί βρίσκονται ζωσμένοι από τη θερμή ανάσα του. Με τη βοήθεια του ηλιακού ανέμου το μαγνητικό πεδίο της Γής κατασκευάζει μία μαγνητική προστατευτική κουβέρτα, τη μαγνητόσφαιρα, που απαγορεύει την είσοδο φορτισμένων σωματιδίων στην ατμόσφαιρα μας. (Ο Άρης κι η Αφροδίτη δεν έχουν μαγνητικό πεδίο, γι’ αυτό και ο ηλιακός άνεμος εξαφανίζει προοδευτικά την ατμόσφαιρά τους). Όταν όμως ο Ήλιος είναι πολύ δραστήριος, τότε τα φορτισμένα σωματίδια δεν κρατιούνται και μπαίνουν στην ατμόσφαιρα μας, συγκρούονται με άτομα αζώτου και οξυγόνου και προκαλούν μία κατάσταση σαν αυτή των φωτεινών επιγραφών. Εμφανίζεται έτσι το Πολικό Σέλας (βόρειο και νότιο). Δημιουργούνται επίσης μαγνητικές καταιγίδες που προκαλούν απότομη μείωση του μαγνητικού πεδίου της Γής. Κατά διαστήματα συμβαίνουν στον Ήλιο μεγάλες εκρήξεις που εκτινάσσουν τεράστιες μάζες από σωματίδια μεγάλης ενέργειας, καθώς και από ακτίνες Χ και γ, που μπορεί να προκαλέσουν σοβαρότατες επιπτώσεις στη Γή.
Το φαινόμενο του Σέλαος έχει γίνει αντιληπτό από παλιά. Οι μαγνητικές όμως καταιγίδες έγιναν αντιληπτές μετά την ανακάλυψη της μαγνητικής πυξίδας. Περισσότερο αντιληπτό έγινε το φαινόμενο αυτό όταν διαπιστώθηκε ότι μπορεί να προκαλέσει σημαντικές ζημιές: Το 1989 μία μαγνητική καταιγίδα κατέστρεψε ένα εργοστάσιο ηλεκτρικής ενέργειας στον Καναδά, και άλλαξε την τροχιά σε 1500 δορυφόρους. Το 1994 μία άλλη μαγνητική καταιγίδα κατέστρεψε δύο Καναδικούς τηλεπικοινωνιακούς δορυφόρους και διατάραξε το τηλεφωνικό δίκτυο της χώρας για μήνες. Το 1997 κατεστράφη ένας Αμερικανικός δορυφόρος που εξυπηρετούσε ένα δίκτυο σεισμογράφων. Τίθενται ακόμη σε κίνδυνο οι ζωές των αστροναυτών.
Από τον Ήλιο εκπέμπεται ολόκληρο το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα: Ραδιοκύματα, Υπέρυθρες ακτίνες, Ορατό φως, Υπεριώδεις ακτίνες, Ακτίνες Χ, Ακτίνες γ, Κοσμική ακτινοβολία. Στην ουσία πρόκειται για ένα τεράστιο πυρηνικό εργοστάσιο με συνεχείς εκρήξεις δισεκατομμυρίων πυρηνικών βομβών υδρογόνου.
Η πολύ μεγάλη θερμοκρασία που επικρατεί εκεί επιτρέπει τη σύντηξη πυρήνων υδρογόνου σε πυρήνες ήλιου, με έλλειμμα μάζας, το οποίο μετατρέπεται σε ενέργεια, σύμφωνα με την περίφημη εξίσωση Ε=m.c2 τού Αϊνστάιν (ενέργεια ίσον μάζα επί το τετράγωνο τής ταχύτητας του φωτός, που είναι 300.000 χμ το δευτερόλεπτο). Κάθε δευτερόλεπτο 4,3 εκατομμύρια τόνοι μάζας του ήλιου μετατρέπονται, σύμφωνα με την εξίσωση αυτή, σε ενέργεια ίση με 107.1018 κιλοβατώρες (107 πεντάκις εκατομμύρια κιλοβατώρες). (Το δίκτυο τής ΔΕΗ σήμερα δεν μπορεί να υπερβεί τις 3000 Kwh κάθε δευτερόλεπτο). Το ηλιακό πυρηνικό εργοστάσιο λειτουργεί εδώ και τεσσεράμισι δισεκατομμύρια χρόνια, και υπολογίζεται ότι θα λειτουργεί άλλα τόσα και περισσότερα. Στη Γή φθάνει ένα πάρα πολύ μικρό τμήμα ενέργειας.
Λόγω της μεταβαλλόμενης δραστηριότητας των μαύρων κηλίδων στον Ήλιο επέρχεται μεταβολή στην ακτινοβολία του. Αυτό έχει παρατηρηθεί ότι συμβαίνει σε διάστημα εκατονταετιών, με συνέπεια να εμφανίζονται στη Γή ακραία καιρικά φαινόμενα. Από το 900~1250 μ.Χ. η θερμοκρασία της Γής ήταν ιδιαίτερα υψηλή, ενώ το 1550~ 1700 επικρατούσε ψύχος. Σήμερα δεν είναι ακόμη γνωστά τα ποσοστά με τα οποία, αφ’ ενός το φαινόμενο του θερμοκηπίου και αφ’ ετέρου η αύξηση του αριθμού των μαύρων κηλίδων, συμβάλλουν στην παρατηρούμενη στις μέρες μας αύξηση της θερμοκρασίας.
Το ρομποτικό διαστημόπλοιο Ulysses που σε συνεργασία NASA και ESA (European Space Agency) εκτοξεύτηκε το 1990 με σκοπό να εξερευνήσει τον ήλιο, στη διαδρομή του έχει ήδη πλησιάσει τον Δία (1992), το βόρειο πόλο του ήλιου (1994-5), το νότιο πόλο του ήλιου (2001-2), ξανά το Δία (2003-4), και το 2007-8 θα επισκοπήσει εκ νέου τους ηλιακούς πόλους.
Ο γραμμικός μαθηματικός υπολογισμός δίδει απαιτούμενο χρόνο ανάλωσης όλης της μάζας περίπου 15 τρισεκατομμύρια έτη. Πλην όμως όταν το υδρογόνο τελειώσει θα αρχίσουν αντιδράσεις με καύσιμο το ήλιον και άλλα βαρύτερα στοιχεία, έτσι ο ήλιος θα μετατραπεί σε ερυθρό γίγαντα, ο οποίος στη συνέχεια, με την εξάντληση όλων των πυρηνικών καυσίμων, θα συρρικνωθεί αρχικά σε ερυθρό νάνο, και τέλος, με τη μείωση της θερμοκρασίας και της λαμπρότητας του, θα καταλήξει σε μελανό νάνο, δηλ. ένα είδος μαύρης τρύπας. Η διαδικασία αυτή υπολογίζεται πως θα κρατήσει μεταξύ 5 και 10 δις έτη.
Υπολογίζεται πως περί το τέλος τής ζωής του ο Ήλιος θα γίνει δύο φορές κόκκινος γίγαντας. Την πρώτη θα διασταλεί μέχρι τη σημερινή τροχιά τής Γης, ενώ η Γη θα απομακρυνθεί λόγω σημαντικής μείωσης τής μάζας του Ήλιου. Ύστερα από μερικές εκατοντάδες εκ. έτη ο Ήλιος θα έχει συσταλεί σημαντικά και στη συνέχεια θα διασταλεί περισσότερο από την πρώτη φορά, αγγίζοντας σχεδόν τη Γη με το εξωτερικό τμήμα των καυτών αερίων και σε κάποια στιγμή θα τη «ρουφήξει» στο εσωτερικό του, όπου αρχικά για μερικές χιλιάδες έτη η Γη θα περιστρέφεται περί τον πυρήνα του, σιγά-σιγά όμως θα έλκεται προς τον πυρήνα, η θερμοκρασία της θα αυξάνεται και η Γη θα μετατρέπεται σε καυτό μάγμα. Στους 500 χιλ. βαθμούς Κελσίου θα κοχλάζει, θα χάνει μάζα και τελικά θα εξαφανισθεί. (Θυμίζει την Ησιόδου «Κοσμογονία»: Έζεε χθών και ωκεανίω ρείθρα).
Κατά κάποια εκδοχή ίσως η Γή να μη καταβροχθισθεί από τον Ήλιο, όμως θα είναι ένας νεκρός πλανήτης από κάθε άποψη, και όταν ο Ήλιος σβήσει μετατρεπόμενος σε λευκό νάνο, θα πέσει σε κάποια στιγμή πάνω του. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν δε πέσει πάνω στο μακάβριο υπόλειμμα τού Ήλιου, θα πολτοποιηθεί μαζί με ολόκληρο το Σύμπαν όταν επέλθει η Μεγάλη Σύνθλιψη (Big Crunch) ή θα κοπεί σε κομμάτια στο Μεγάλο Σχίσμα (Big Rip).
Μέχρι τότε ευτυχείτε.

Αχιλ. Σ. Ξανθουλέας
Dott. Πολιτικός Μηχανικός
MSc Υδραυλικός-Υδρολόγος Μηχανικός
τ. Τομεάρχης ΔΕΗ – Ίλαρχος ε.α.